fbpx

Θυρεοειδής: 9 συμπτώματα που πρέπει να λάβεις σοβαρά υπόψινΟ θυρεοειδής αδένας ελέγχει όλες τις βασικές μεταβολικές διαδικασίες στο σώμα και βοηθά στην αύξηση και ανάπτυξη των άλλων οργάνων και ιστών. Mία υπολειτουργία ή μια υπερλειτουργία του θυρεοειδούς μπορεί να οδηγήσει σε αντίστοιχα συμπτώματα από το θυρεοειδή αδένα και άλλα συστήματα.
Συχνά, επίσης ο θυρεοειδής αυξάνει για διάφορους λόγους σε μέγεθος (βρογχοκήλη) ή παρατηρείται η ανάπτυξη θυρεοειδικών όζων.

Υποθυρεοειδισμός

Η θυρεοειδίτιδα του Hashimoto (επίσης: αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα, λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα) είναι η πιο κοινή αιτία της υπολειτουργίας του θυρεοειδούς (υποθυρεοειδισμός).
Περιγράφηκε το 1912 από τον Ιάπωνα ιατρό Hakaru Hashimoto, ο οποίος εργαζόταν εκείνη τη στιγμή στο Göttingen της Γερμανίας.

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μια φλεγμονή του θυρεοειδούς αδένα, η οποία λαμβάνει χώρα σε τρία στάδια:
Κατά το πρώτο στάδιο, υπάρχει μια διεύρυνση του θυρεοειδούς (βρογχοκήλη) μαζί με ένα ως επί το πλείστον ήπιο υπερθυρεοειδισμό και ακολουθείται από μια μεταβατική φάση κατά την οποία η ασθένεια μπορεί επίσης να ιαθεί αυθόρμητα.
Σε μερικούς ασθενείς η νόσος προχωρά με καταστροφή του θυρεοειδικού παρεγχύματος, έτσι ώστε ο θυρεοειδής αδένας να συρρικνώνεται και τελικά να παρατηρείται υπολειτουργία του.

Η θυρεοειδίτιδα του Hashimoto ανιχνεύεται στις περισσότερες περιπτώσεις, κατά τη φάση που έχει επέλθει υποθυρεοειδισμός. Τυπικά ανακαλύπτονται στον υπέρηχο του θυρεοειδούς υποηχοϊκές περιοχές που αντιπροσωπεύουν τον ιστό που έχει καταστραφεί και στο αίμα ανευρίσκονται τα χαρακτηριστικά αντισώματα έναντι της ΤΡΟ.
Η διάγνωση είναι σίγουρη όταν τουλάχιστον δύο από τα τρία κριτήρια (υποθυρεοειδισμός – υποηχοϊκότητα του θυρεοειδούς – θετικά αντι -TPO ή αντι -TG αντισώματα) είναι παρόντα.

Η νόσος παρατηρείται πιο συχνά στις γυναίκες με την αύξηση της ηλικίας, στα παιδιά αυτό συμβαίνει εξαιρετικά σπάνια.
Ο υποθυρεοειδισμός σε περίπτωση θυρεοειδίτιδας Hashimoto συχνά απαιτεί δια βίου θεραπεία με θυρεοειδικές ορμόνες (λεβοθυροξίνη μόνα τους ή σε ορισμένες περιπτώσεις, σε συνδυασμό με την τριιωδοθυρονίνη).
Η ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδούς μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες και συχνά, λόγω της εμφάνισης υποτροπών, απαιτείται υπομονή στη διαδιακασία προσαρμογής της δόσης.

Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται από ασθενείς που πάσχουν από θυρεοειδίτιδα Hashimoto και επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά αλλά και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μιας και πρέπει να λάβουν προς όφελος του εμβρύου, εκτός από το φολικό οξύ και ιώδιο.

Άλλες αιτίες του υποθυρεοειδισμού είναι οι χειρουργικές επεμβάσεις, η λήψη ραδιενεργού ιωδίου και μια εκ γενετής ή επίκτητη διαταραχή της λειτουργίας του θυρεοειδούς.
Η θυρεοειδίτιδα του Hashimoto μπορεί επίσης να εμφανιστεί μαζί με άλλες αυτοάνοσες νόσους (σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, επινεφριδιακή ανεπάρκεια, λεύκη, ερυθηματώδης λύκος, κοιλιοκάκη), έτσι ώστε, ανάλογα με τα κλινικά χαρακτηριστικά, να πρέπει να γίνουν κατάλληλες διαγνωστικές εξετάσεις.

Η ιατρός μαζί με τους συνεργάτες της δημιούργησαν το 2014 την ιστοσελίδα hashimoto.gr με σκοπό την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση για τη θυρεοειδίτιδα Χασιμότο αλλά και τις νόσους του θυρεοειδούς γενικότερα.

Υπερθυρεοειδισμός

Η νόσος Graves ή αυτοάνοσος υπερθυρεοειδισμός χαρακτηρίζεται από μια φλεγμονή του θυρεοειδούς αδένα, η οποία επηρεάζει και τα μάτια (εξόφθαλμος). Χαρακτηριστική είναι η διεύρυνση του θυρεοειδούς αδένα (βρογχοκήλη), η ταχεία έναρξη της νόσου και η πολύ έντονη δραστηριότητα του θυρεοειδούς αδένα (υπερθυρεοειδισμός).

Η διάγνωση γίνεται με την ανίχνευση των τυπικών συμπτωμάτων αλλά και των χαρακτηριστικών αντισωμάτων έναντι του υποδοχέα της TSH (TRAK) – τα αντισώματα κατά της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (αντι- TPO) είναι επίσης συχνά αυξημένα.
Η νόσος του Graves είναι πιο συχνή στις γυναίκες και τους μεσήλικες, τα παιδιά αρρωσταίνουν σπανιότερα.
Ο πιο σημαντικός παράγοντας κινδύνου για την ασθένεια του Graves, ειδικά για μια δύσκολη πορεία της οφθαλμοπάθειας του Graves, είναι το κάπνισμα.
Η θεραπεία γίνεται αρχικά με φαρμακευτική αγωγή. Με τη συνεπή λήψη των δισκίων πάνω από ένα χρόνο και ένα ευνοϊκό προφίλ κινδύνου (μικρός θυρεοειδής, χαμηλά TRAK, ήπια οφθαλμοπάθεια του Graves, μη καπνιστές) επιτυγχάνεται σε περισσότερες από τις μισές περιπτώσεις, μια μακροπρόθεσμη θεραπεία.
Αν παρατηρηθεί μια υποτροπή της νόσου του Graves, μια οριστική θεραπεία με χειρουργική επέμβαση ή θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο είναι πιθανότατα απαραίτητη.
Η ενδοκρινική οφθαλμοπάθεια αντιμετωπίζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα με οφθαλμικές σταγόνες, στεροειδή και σε σπανιότερες περιπτώσεις με ακτινοβολία ή χειρουργική επέμβαση.

Οι αιτίες του υπερθυρεοειδισμού περιλαμβάνουν ακόμη τα αυτόνομα (τοξικά αδενώματα), την πολυεστιακή αυτονομία, την πρόσληψη των ορμονών του θυρεοειδούς σε υπερβολική δοσολογία καθώς και μια ποικιλία από συγγενείς ή επίκτητες διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς.

Βρογχοκήλη

Η διεύρυνση του θυρεοειδούς σε μέγεθος μεγαλύτερο από 18 ml στις γυναίκες ή 25 ml στους άνδρες ονομάζεται βρογχοκήλη.
Η μεγέθυνση μπορεί να εξακριβωθεί με ψηλάφηση στην περιοχή του λαιμού, αλλά ένας ακριβής προσδιορισμός του όγκου του θυρεοειδούς απαιτεί τη χρήση υπερήχων (υπερηχογράφημα).

Η πιο κοινή αιτία της βρογχοκήλης είναι η ανεπάρκεια ιωδίου (ενδεχομένως ενισχυμένη με μια έλλειψη σεληνίου), ακολουθούμενη από ειδικές ασθένειες όπως η νόσος του Graves και η θυρεοειδίτιδα του Χασιμότο, η χρήση ορισμένων φαρμάκων και μια ποικιλία άλλων σπάνιων συγγενών ή επίκτητων νόσων του θυρεοειδούς.

Μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις απαιτεί η ίδια η βρογχοκήλη θεραπεία και αυτό συμβαίνει συνήθως εξαιτίας της εμφάνισης μηχανικών επιπλοκών (αίσθημα κόμπου στο λαιμό, δύσπνοια, δυσκολία στην κατάποση ή για αισθητικούς λόγους).
Συχνά, όταν συνυπάρχουν και θυρεοειδικοί όζοι, τίθενται τα συμπτώματα του υπερθυρεοειδισμού (τοξικό αδένωμα) ή η ανάγκη για τον αποκλεισμό ενός καρκινώματος του θυρεοειδούς σε πρώτο πλάνο.
Η διερεύνηση των όζων του θυρεοειδούς γίνεται με τη βοήθεια του υπερηχογραφήματος, σπινθηρογραφήματος του θυρεοειδούς, με κατάλληλες εργαστηριακές εξετάσεις και όταν υπάρχει υποψία κακοήθειας εκτελείται παρακέντηση (με λεπτή βελόνη, FNA) των αντίστοιχων όζων για την ανάκτηση κυττάρων.
Σε περίπτωση καλοήθους, μη τοξικής βρογχοκήλης, οζώδους ή μη βρογχοκήλης, η περαιτέρω ανάπτυξη μπορεί συχνά να αποτραπεί με μια συνδυαστική θεραπεία με θυρεοειδικές ορμόνες και ιώδιο.
Όταν ενδείκνυται, μπορεί να απαιτηθεί η μείωση της βρογχοκήλης με χειρουργική επέμβαση ή θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο.

Καρκίνος θυρεοειδούς

Τα καρκινώματα του θυρεοειδούς μπορούν να διαιρεθούν σε τέσσερις κατηγορίες.
Την καλύτερη κλινική πορεία παρουσιάζουν τα διαφοροποιημένα καρκινώματα του θυρεοειδούς στην οποία ανήκουν τα θηλώδη (Papillary Thyroid Cancer, PTC: ~ 60% των περιπτώσεων) και τα θυλακιώδη καρκινώματα (Follicular Thyroid Cancer, FTC: ~ 30% των περιπτώσεων).
Τα αδιαφοροποίητα αναπλαστικά καρκινώματα του θυρεοειδούς είναι σπάνια (ATC: ~ 2% των περιπτώσεων) και παρουσιάζουν κακή πρόγνωση.
Μια ειδική μορφή καρκίνου του θυρεοειδούς είναι το μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς που αντιπροσωπεύει περίπου το 8% των περιπτώσεων καρκίνου θυρεοειδούς και προκύπτει από τα παραθυλακιώδη κύτταρα C του αδένα.
Κάποιες φορές εμφανίζεται σε συνδυασμό με άλλες ορμονικές διαταραχές, στα πλαίσια των συνδρόμων πολλαπλής ενδοκρινικής νεοπλασίας και άλλες ανάμεσα στα μέλη της ίδιας οικογένειας (οικογενές μυελοειδές καρκίνωμα).

Καρκίνος Θυρεοειδούς – Θεραπεία

Η θεραπεία του καρκίνου του θυρεοειδούς είναι πρωταρχικά χειρουργική και βασίζεται στην ολική εξαίρεση του όγκου, με ή χωρίς τους λεμφαδένες της τραχηλικής χώρας που παρουσιάζονται ύποπτοι για τυχόν μεταστατική διασπορά του όγκου.
Προκειμένου να πραγματοποιηθεί ένα αποτελεσματικό χειρουργείο και να λάβουμε τα μέγιστα από την επέμβαση στο θυρεοειδή, απαιτείται λεπτομερής σχεδιασμός, που να καλύπτει όλη τη διαδρομή της θεραπείας – πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το χειρουργείο.
Ο προεγχειρητικός προγραμματισμός του χειρουργικής επέμβασης περιλαμβάνει την προσεκτική εξέταση του τραχήλου για λεμφαδένες διηθημένους από τον καρκίνο, καθώς και την παρακέντηση αυτών για διάγνωση μεταστατικής εστίας ώστε να επιτευχθεί η σωστότερη καθοδήγηση του χειρουργού και η ολοκληρωτική εκρίζωση του καρκίνου σε μία χειρουργική επέμβαση.

Ειδικό ρόλο στην αντιμετώπιση του καρκίνου του θυρεοειδούς έχει η χρήση του ραδιενεργού ιωδίου (Ι-131).
Το ραδιενεργό ιώδιο προσλαμβάνεται από τα ζώντα, εναπομείναντα μετεγχειρητικά κύτταρα του καρκίνου και τα καταστρέφει, με σκοπό την ολοκληρωτική εκκαθάρισή του στη μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών.
Η απόφαση για το αν θα διενεργηθεί θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο μετεγχειρητικά επίπεδο κινδύνου καθορίζεται από τις Κατευθυντήριες Οδηγίες της Αμερικανικής Εταιρίας Θυρεοειδούς και εξαρτάται από το στάδιο και τα χαρακτηριστικά του καρκίνου.

Μετεγχειρητικά -μετά την εξαίρεση του καρκίνου- είναι απαραίτητη η δια βίου φαρμακευτική θεραπεία με θυροξίνη, την ορμόνη που παράγει φυσιολογικά ο θυρεοειδής με σκοπό τόσο την υποκατάσταση της λειτουργίας του αδένα όσο και την αποφυγή της υποτροπής του καρκίνου.
Ο έλεγχος είναι εντατικός στην αρχή και χαλαρώνει με τα χρόνια, είναι όμως αναγκαίος και πρέπει να πραγματοποιείται συστηματικά για πολλά έτη, προκειμένου να διαγνώσουμε το συντομότερο δυνατό πιθανή υποτροπή ή τυχόν μεταστατικές εστίες.

Στο ενδοκρινολογικό ιατρείο μας στη Θεσσαλονίκη παρέχονται υπηρεσίες υψηλότατου επιπέδου, με στόχο την έγκαιρη και ακριβή διάγνωση του καρκίνου του θυρεοειδούς, την άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπισή του, καθώς και την κατάλληλη μακροχρόνια παρακολούθησή του.

Η θεραπευτική παρέμβαση εξατομικεύεται για κάθε ασθενή μας, ανάλογα με τα αποτελέσματα των απεικονιστικών, βιοχημικών και ιστολογικών εξετάσεων.

Η θεραπευτική μας στρατηγική έχει κάθε φορά σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ασθενούς μας και την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση ενός δύσκολου προβλήματος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη πάντοτε τις επιθυμίες και τις ιδιαιτερότητες του κάθε ασθενούς.