fbpx



Άρθρα / Νέα

GettyImages-1164706495-1595b734252f46e19837726079841357-1200x801.jpg

Λεύκη και γονιμότητα: υπάρχει συχέτιση;

Εδώ και αρκετά χρόνια υποστηρίζεται από πολλούς η σχέση της λεύκης με τη βιταμίνη Β12. Η έλλειψη της βιταμίνης Β12 μπορεί αποδεδειγμένα να οδηγήσει σε υπογονιμότητα. Έτσι από πολλούς ερευνητές υποστηρίζεται η συσχέτιση λεύκης και γονιμότητας.

Λεύκη και γονιμότητα: μελέτες

Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Κλινική και Πειραματική Δερματολογία τον Ιανουάριο του 2012 μελέτησε τη σχέση μεταξύ της βιταμίνης Β12, των επιπέδων ομοκυστεΐνης και της λεύκης. Η μελέτη αυτή επιβεβαίωσε τα αποτελέσματα μιας σειράς από παρόμοιες μελέτες και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ασθενείς με λεύκη  έχουν υψηλότερα επίπεδα ομοκυστεΐνης και χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης Β12 (και φολικού οξέος). Οι συγγραφείς της μελέτης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα χαμηλά επίπεδα Β12 και τα υψηλά επίπεδα ομοκυστεΐνης πρέπει να ληφθούν ως παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση λεύκης.

Μια άλλη μελέτη του 2012 επιβεβαίωσε περαιτέρω τα οφέλη των συμπληρωμάτων βιταμίνης Β12 σε ασθενείς με λεύκη. Σε αυτή την μελέτη, οι ασθενείς με λεύκη είχαν χαμηλότερα επίπεδα φυλλικού οξέος και βιταμίνης Β12, αλλά υψηλότερα επίπεδα ομοκυστεΐνης του ορού. Οι ασθενείς που έλαβαν συμπλήρωμα βιταμίνης Β12 είχαν καλύτερη ανταπόκριση στη θεραπεία.

Η κακοήθης αναιμία εμφανίζεται σχετικά σπάνια σε γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία και οφείλεται στην έλλειψη βιταμίνης Β12. Η κακοήθης αναιμία εμφανίζεται σε 4 έως 8 τοις εκατό των ασθενών με λεύκη. Φαίνεται ότι οι δύο καταστάσεις πιθανώς να έχουν κοινή παθοφυσιολογία. Είναι ευρέως γνωστό ότι η κακοήθης αναιμία προκαλεί υπογονιμότητα.
Η κακοήθης αναιμία είναι μια σπάνια αλλά αντιμετωπίσιμη αιτία υπογονιμότητας στις γυναίκες.

Σπάνια η κακοήθης οφείλεται σε διατροφή χαμηλή σε βιταμίνη Β12, που βρίσκεται κυρίως στο κρέας  και στο γάλα. Συχνά εμφανίζεται σε χορτοφάγους. Άλλοτε εμφανίζεται διαταραχή της απορρόφησης της βιταμίνης Β12 μετά από εγχείρηση στο γαστρεντερικό σωλήνα ή από νόσο του εντέρου, όπως η νόσος του Crohn ή κοιλιοκάκη.

Έλλειψη του ενδογενούς παράγοντα, πιθανώς να οδηγεί σε κακοήθη αναιμία και μπορεί να οφείλεται σε αυτοάνοσο νόσημα. Ακόμα πιθανώς να οφείλεται σε γενετική διαταραχή.

Λεύκη και γονιμότητα: Διάγνωση κακοήθους αναιμίας

Η διάγνωση γίνεται με εξετάσεις αίματος, όπως μέτρηση της βιταμίνης Β12 και μικροσκοπική εξέταση του αίματος. Στην κακοήθη αναιμία, τα αιμοσφαίρια είναι διογκωμένα και λιγότερα από το φυσιολογικό. Υπάρχει ακόμα εξέταση για αντισώματα κατά του ενδογενούς παράγοντα. Με εξέταση αίματος και ούρων μπορεί να μετρηθεί η ποσότητα μιας ουσίας που λέγεται μεθυλμαλονικό οξύ. Η ουσία αυτή είναι αυξημένη σε ανθρώπους με ανεπάρκεια βιταμίνης Β12. Ακόμα γίνεται το λεγόμενο Schilling τεστ, μια εξειδικευμένη εξέταση που δείχνει πρόβλημα απορρόφησης της βιταμίνης Β12 από το έντερο.
Ένα ιστορικό αποβολής ή ανεξήγητη υπογονιμότητα σε γυναίκες με λεύκη καλό είναι να μας οδηγεί σε έλεγχο πιθανούς κακοήθους αναιμίας, μιας κατάσταση που διορθώνεται εύκολα.


i-lefki-einai-klironomiki-alitheia-i-mythos-1200x675.jpg

Είναι η λεύκη κληρονομική; 

Η λεύκη είναι μια δερματική διαταραχή που συνήθως δεν έχει επιπτώσεις στην σωματική υγεία του ασθενούς.

Οδηγεί όμως συχνά σε σημαντική αλλαγή του χρώματος του δέρματος που μπορεί να επηρεάσει τον ψυχισμό και την αυτοπεποίθηση του ατόμου.

Εύλογα αναρωτιούνται οι γονείς που πάσχουν αλλά και συγγενείς ασθενών αν η λεύκη είναι κληρονομική.

Η υπομελάγχρωση στο δέρμα έχει πολλές διαφορετικές αιτίες.

Μπορεί να προκληθεί είτε από κάποια χημική αντίδραση ή ορμονική αλλαγή, ή λόγω κάποιας λοίμωξης του δέρματος. Συχνά αναφέρεται σε άρθρα αλλά και σε ιατρικά συγγράματα ότι η λεύκη είναι κληρονομική.

Οι μελέτες που συνδέουν όμως τη λεύκη με γενετική προδιάθεση εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς, καθώς μόνο το 0,75% του πληθυσμού επηρεάζεται από αυτή τη διαταραχή. Επιπλέον, οι περισσότεροι ασθενείς με λεύκη δεν έχουν άλλα μέλη στην οικογένεια που να έχουν την ασθένεια.

Ωστόσο, το 10% των πασχόντων έχουν οικογενειακό ιστορικό λεύκης, επισημαίνοντας την κληρονομική συνιστώσα της. Αρκετά δίδυμα πάσχουν ταυτόχρονα από τη νόσο.

Στατιστικά τα παιδιά των ασθενών με λεύκη είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν τη νόσο, σε σχέση με παιδιά γονιών που δεν εμφανίζουν λεύκη. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά, ότι οι γονείς με λεύκη θα κληρονομήσουν σίγουρα την πάθηση στα παιδιά τους.

Από τα λίγα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, διαπιστώθηκε ότι περίπου το 30% των ασθενών με λεύκη έχουν ένα μέλος της οικογένειας που έχει επίσης τη νόσο. Ωστόσο, μόνο το 5-7% των παιδιών με ένα ή δύο γονείς με λεύκη θα κληρονομήσουν την πάθηση.

Η λεύκη του δέρματος εμφανίζεται συνήθως σε άτομα άνω των 20-30 ετών, και αυτό καθιστά δύσκολο για τους ερευνητές να δημιουργήσουν ένα γενετικό σύνδεσμο. Οι συνήθειες του ατόμου και οι εξωτερικές περιβαλλοντικές συνθήκες, μπορεί επίσης να αποτελέσουν αιτία έξαρσης της λεύκης. Έτσι το αν η λεύκη είναι κληρονομική είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Υπάρχουν πολλά παιδιά που έχουν γεννηθεί χωρίς λεύκη, ακόμη και αν ένας από τους γονείς τους έχει την πάθηση.

Η λεύκη μπορεί να είναι σταθερή αλλά μπορεί ακόμα να προχωρήσει γρήγορα. Οι πιθανότητες και για τις δύο αυτές εξελίξεις είναι ίσες.

Η νόσος μπορεί να αντιμετωπιστεί έγκαιρα με τη βοήθεια ορισμένων τύπων θεραπείας πχ. με λέιζερ ή άλλες μεθόδους. Μερικές από αυτές τις θεραπείες είναι ακόμα ασφαλές για τις έγκυες γυναίκες που εμφανίζουν την πάθηση.

Τελικά η λεύκη είναι κληρονομική;

Φαίνεται να υπάρχει μια μορφή κληρονομικότητας αλλά ακόμα κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά.