Σακχαρώδης διαβήτης και στεροειδή (κορτιζόνη)
Δεν είναι ασυνήθιστο άτομα με σακχαρώδη διαβήτη να απαιτούν θεραπεία με κορτικοστεροειδή.
Τα κορτικοστεροειδή, ή στεροειδή για συντομία, χρησιμοποιούνται για να μειώσουν τη φλεγμονή και να καταστείλουν το ανοσοποιητικό σύστημα σε μια ποικιλία καταστάσεων όπως είναι το βρογχικό άσθμα, οι ρευματολογικές ασθένειες όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, οι μεταμοσχεύσεις οργάνων, ο καρκίνος και οι φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου όπως η ελκώδης κολίτιδα και η νόσος του Crohn.
Από τα συνηθέστερα συνταγογραφούμενα στεροειδή είναι η πρεδνιζολόνη και η δεξαμεθαζόνη.
Μεταξύ όλων των διαθέσιμων για τη θεραπεία διαφόρων ασθενειών φαρμάκων, η πρεδνιζολόνη και τα παρόμοια στεροειδή έχουν την πιο βαθιά επίδραση στο μεταβολισμό της γλυκόζης. Φάρμακα όπως η πρεδνιζόνη μπορεί να αυξήσουν σημαντικά τα επίπεδα της γλυκόζης σε ασθενείς με γνωστό σακχαρώδη διαβήτη, καθώς και σε άτομα με διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη ή προδιαβήτη.
Τα στεροειδή είναι εκπληκτικά αποτελεσματικά στην καταστολή της ιστικής φλεγμονής και τη μείωση του πόνου, αλλά ο κατάλογος των παρενεργειών τους είναι μακρύς και μάλιστα όσο μεγαλύτερη είναι η δοσολογία και μακρύτερο το διάστημα θεραπείας, τόσο πιο πιθανό είναι ότι θα εμφανιστούν παρενέργειες.
Σε προϋπάρχοντα σακχαρώδη διαβήτη, ακόμη και μια σύντομη θεραπεία με κορτικοστεροειδή σε χαμηλή δόση είναι πιθανό να εκτοξεύσει τη γλυκόζη στο αίμα. Δεν είναι τυχαίο ότι τα κορτικοστεροειδή αναφέρονται και ως γλυκοκορτικοειδή λόγω της ισχυρής επίδρασης που έχουν στο μεταβολισμό της γλυκόζης.
Η κορτιζόνη επάγει την αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης διεγείροντας την έκκριση γλυκόζης από το ήπαρ καθώς και αναστέλλοντας τη μείωση της μεταφοράς της γλυκόζης στα λιπώδη και μυϊκά κύτταρα. Το συνολικό αποτέλεσμα είναι μια μείωση στην κάθαρση της γλυκόζης. Η πρεδνιζόνη μπορεί επίσης να επηρεάσει την έκφραση των γλυκοζομεταφορέων GLUT-2. Ο GLUT-2 είναι μια πρωτεΐνη που λειτουργεί σαν “πορθμείo” γλυκόζης στη μεμβράνη του κυττάρου.
Η από τα στεροειδή επαγόμενη υπεργλυκαιμία παρουσιάζει μία ιδιαιτερότητα: τα επίπεδα της γλυκόζης δεν παρουσιάζονται σταθερά αυξημένα καθ ‘όλη τη διάρκεια της ημέρας. Τα στεροειδή, όταν λαμβάνονται το πρωί συνήθως δεν προκαλούν μεγάλη αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης άμεσα, αυτή αρχίζει να αυξάνεται σταδιακά μέχρι την ώρα του γεύματος ενώ παραμένει σε υψηλά επίπεδα μέχρι τις πρώτες ώρες το απόγευμα και στη συνέχεια μειώνεται σταδιακά στη διάρκεια της νύχτας. Πολλοί άνθρωποι έχουν με άλλα λόγια φυσιολογικές τιμές σακχάρου το πρωί, ενώ λαμβάνουν κορτιζόνη και αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη στην επιλογή της θεραπείας.
Η ινσουλίνη είναι η πρώτη και συχνότερη επιλογή σε αυτήν τη μορφή του διαβήτη, ειδικά αν τα στεροειδή πρόκειται να ληφθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Τα άτομα με προϋπάρχοντα διαβήτη πρέπει να γνωρίζουν ότι η δοσολογία των αντιδιαβητικών φαρμάκων μπορεί να αυξηθεί με τη χρήση στεροειδών στην πορεία να μειωθεί όσο τα στεροειδή αποσύρονται σταδιακά. Η διάρκεια της σωματικής και η ποιότητα των γευμάτων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο σχεδιασμό της θεραπευτικής στρατηγικής.
Τα καλά νέα σχετικά με τη λήψη των στεροειδών είναι ότι αποβάλλονται από τον οργανισμό σχετικά γρήγορα ώστε τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα να μπορούν να επανέρχονται στο φυσιολογικό.
Μερικοί άνθρωποι όμως θα συνεχίσουν να έχουν διαβήτη και μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας με στεροειδή.
Οι παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδη διαβήτη όταν λαμβάνονται στεροειδή είναι: η δόση και η διάρκεια του χρόνου θεραπείας, το θετικό οικογενειακό ιστορικό για σακχαρώδη διαβήτη, η παχυσαρκία, η ηλικία και η οδός χορήγησης του στεροειδούς.
Όταν λοιπόν λαμβάνεται θεραπεία με κορτικοστεροειδή είναι σημαντικό να παρακολουθούνται στενά τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, αν είναι δυνατόν και με έναν μετρητή γλυκόζης στο σπίτι.