Άρθρα / Νέα

psychodermatology-1200x571.jpg

Η ψυχοδερματολογία είναι ένα ταχέως αναπτυσσόμενο πεδίο που συνδυάζει την ψυχιατρική και τη δερματολογία. Εξετάζει τη σχέση μεταξύ του δέρματος, του εγκεφάλου και του συναισθηματικού μας κόσμου, με στόχο την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το άγχος, οι συναισθηματικές διαταραχές και άλλοι ψυχολογικοί παράγοντες επηρεάζουν την υγεία του δέρματος.

 


Τι Είναι η Ψυχοδερματολογία;

Η ψυχοδερματολογία ασχολείται με τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στο δέρμα και την ψυχή. Οι δερματοπάθειες δεν είναι απλώς αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων ή γενετικής προδιάθεσης, αλλά επηρεάζονται βαθιά από την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου. Ενδεικτικά, το στρες, το άγχος, και η κατάθλιψη μπορούν να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν πολλά δερματικά προβλήματα.

 


Ποιες Δερματοπάθειες Επηρεάζονται;

  1. Ακμή: Το στρες αυξάνει τα επίπεδα κορτιζόλης, προκαλώντας φλεγμονή και υπερέκκριση σμήγματος.
  2. Ψωρίαση: Συνδέεται συχνά με το άγχος, που ενεργοποιεί ανοσολογικές αντιδράσεις.
  3. Ατοπική Δερματίτιδα (Έκζεμα): Το άγχος μπορεί να επιδεινώσει τον κνησμό και τη φλεγμονή.
  4. Τριχόπτωση (Αλωπεκία): Η έντονη συναισθηματική φόρτιση συνδέεται με διάχυτη τριχόπτωση και αλωπεκία.
  5. Κνίδωση: Το στρες μπορεί να προκαλέσει οξεία ή χρόνια εμφάνιση κνιδωτικών εξανθημάτων.
  6. Μολύνσεις από εξωγενείς παράγοντες: Το εξασθενημένο ανοσοποιητικό από ψυχολογικούς παράγοντες ευνοεί επιμολύνσεις.

 


Ψυχοδερματολογία και Αυτοάνοσα Νοσήματα

Τα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως η ψωρίαση, ο ερυθηματώδης λύκος, και η δερματομυοσίτιδα, συχνά συνδέονται με ψυχολογικούς παράγοντες. Το στρες ενεργοποιεί την απελευθέρωση φλεγμονωδών κυτταροκινών, που επιδεινώνουν τις αυτοάνοσες αντιδράσεις στο δέρμα. Επιπλέον, η συναισθηματική πίεση μπορεί να οδηγήσει σε εξάρσεις ή να κάνει τις θεραπείες λιγότερο αποτελεσματικές. Σημαντικός είναι ο ρόλος της ψυχολογικής υποστήριξης για τη διαχείριση της νόσου, καθώς οι ασθενείς με αυτοάνοσα συχνά βιώνουν έντονη ψυχολογική επιβάρυνση λόγω των επίμονων συμπτωμάτων και του κοινωνικού στίγματος.

 


Ψυχοδερματολογία και Ροδόχρους Νόσος

Η ροδόχρους νόσος είναι μια χρόνια φλεγμονώδης δερματοπάθεια που επηρεάζει κυρίως το πρόσωπο. Η έντονη ερυθρότητα, οι φλεγμονώδεις βλατίδες και τα αγγειοδιασταλμένα αγγεία γίνονται συχνά πιο έντονα σε περιόδους άγχους ή συναισθηματικής φόρτισης. Η συναισθηματική αντίδραση του ασθενούς στην εικόνα του προσώπου του μπορεί να δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο: το στρες επιδεινώνει τη νόσο, ενώ η επιδείνωση αυξάνει το άγχος. Οι ασθενείς επωφελούνται από χαλαρωτικές τεχνικές, όπως ο διαλογισμός, καθώς και από θεραπείες που στοχεύουν τόσο στην ψυχική όσο και στη δερματική υγεία.

 


Ψυχοδερματολογία και Σκληροατροφικός Λειχήνας

Ο σκληροατροφικός λειχήνας είναι μια χρόνια φλεγμονώδης δερματοπάθεια που επηρεάζει κυρίως την περιοχή των γεννητικών οργάνων, προκαλώντας έντονη δυσφορία και ψυχολογική επιβάρυνση. Παρόλο που τα αίτια είναι πολυπαραγοντικά, το στρες και η συναισθηματική ένταση μπορεί να επιδεινώσουν τα συμπτώματα, όπως ο κνησμός, η ατροφία και η αίσθηση καύσου.

Επιπλέον, οι ασθενείς συχνά βιώνουν συχνά κοινωνική απομόνωση, δυσκολίες στις προσωπικές σχέσεις, την σεξουαλική επαφή και μειωμένη αυτοπεποίθηση, γεγονός που ενισχύει τη σημασία της ψυχολογικής υποστήριξης.


Psychodermatology: How Skin Reveals Unconscious Conflicts

Μηχανισμός Επίδρασης Ψυχολογίας στο Δέρμα

  • Νευροανοσολογική Αντίδραση: Το δέρμα, ως το μεγαλύτερο όργανο του σώματος, επικοινωνεί με τον εγκέφαλο μέσω του νευρικού και ανοσοποιητικού συστήματος.
  • Ορμονικές Διαταραχές: Η κορτιζόλη και η αδρεναλίνη που αυξάνονται λόγω άγχους επηρεάζουν άμεσα τη λειτουργία του δέρματος.
  • Αυτοκαταστροφικές Συμπεριφορές: Σημάδια, όπως το ξύσιμο ή το τράβηγμα των μαλλιών (trichotillomania), σχετίζονται με ψυχολογικές διαταραχές.

 


Θεραπείες στην Ψυχοδερματολογία

  1. Ψυχοθεραπεία: Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT) έχει αποδειχθεί αποτελεσματική για τη μείωση του άγχους και των συμπτωμάτων δερματοπαθειών.
  2. Χαλαρωτικές Τεχνικές: Γιόγκα, διαλογισμός και τεχνικές αναπνοής βοηθούν στην εξισορρόπηση του άγχους.
  3. Φαρμακευτική Αγωγή: Ο συνδυασμός φαρμάκων για το δέρμα με αντικαταθλιπτικά ή αγχολυτικά μπορεί να είναι χρήσιμος.
  4. Διατροφική Υποστήριξη: Τροφές πλούσιες σε ωμέγα-3, ψευδάργυρο και αντιοξειδωτικά βελτιώνουν την υγεία του δέρματος.
  5. Συμπληρώματα Προβιοτικών: Ενισχύουν τη σύνδεση εντέρου-δέρματος για καλύτερη ανοσολογική απόκριση.

 


Ψυχοδερματολογία: Γιατί Είναι Σημαντική;

  • Προάγει την ολιστική προσέγγιση στην υγεία.
  • Προσφέρει λύσεις σε ασθενείς με χρόνιες δερματικές παθήσεις.
  • Βοηθά τους ασθενείς να διαχειριστούν τόσο την ψυχολογία όσο και τη φυσιολογία τους.

 


10 Συχνές Ερωτήσεις (FAQ)

  1. Τι είναι η ψυχοδερματολογία;
    Είναι ο κλάδος της ιατρικής που μελετά τη σύνδεση δέρματος και ψυχικής υγείας.
  2. Ποιες είναι οι πιο κοινές δερματοπάθειες που επηρεάζονται από το στρες;
    Ακμή, ψωρίαση και άλλα αυτοάνοσα, έκζεμα, τριχόπτωση, κνίδωση, και άλλα.
  3. Μπορεί το άγχος να προκαλέσει ακμή;
    Ναι, αυξάνει την παραγωγή σμήγματος και φλεγμονής.
  4. Είναι η ψυχοδερματολογία θεραπευτική ή προληπτική;
    Και τα δύο: αντιμετωπίζει υπάρχοντα προβλήματα και αποτρέπει νέα.
  5. Πώς επηρεάζει το άγχος το ανοσοποιητικό σύστημα του δέρματος;
    Εξασθενεί την άμυνα του δέρματος, κάνοντάς το πιο ευάλωτο σε λοιμώξεις.
  6. Υπάρχει διατροφή που βελτιώνει τις ψυχοδερματολογικές παθήσεις;
    Ναι, διατροφή πλούσια σε αντιοξειδωτικά, βιταμίνες και ωμέγα-3.
  7. Ποιος ειδικός ασχολείται με την ψυχοδερματολογία;
    Συνεργασία δερματολόγου και ψυχιάτρου/ψυχολόγου.
  8. Ποια είναι η διάρκεια της θεραπείας;
    Εξαρτάται από τη σοβαρότητα του προβλήματος και την ανταπόκριση.
  9. Μπορεί να θεραπευτεί πλήρως μια δερματοπάθεια μέσω ψυχοθεραπείας;
    Η ψυχοθεραπεία βοηθά σημαντικά, αλλά συχνά απαιτείται συνδυαστική προσέγγιση.
  10. Πώς μπορώ να μειώσω το άγχος για το δέρμα μου;
    Υιοθετήστε υγιεινές συνήθειες, τεχνικές χαλάρωσης, και συμβουλευτείτε ειδικούς.

strong-woman-1200x675.avif

Ο ψευδάργυρος είναι ένα από τα πιο σημαντικά ιχνοστοιχεία για τον ανθρώπινο οργανισμό, με ρόλο-κλειδί στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού, των ορμονών και της σωστής λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα.
Η έλλειψή του μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ η σωστή αναλογία του με άλλα ιχνοστοιχεία, όπως ο χαλκός, είναι ζωτικής σημασίας.
Ας δούμε γιατί ο ψευδάργυρος είναι απαραίτητος και πώς μπορείτε να διασφαλίσετε ότι λαμβάνετε τις σωστές ποσότητες.


Συμπτώματα έλλειψης ψευδαργύρου

Σύμπτωμα Περιγραφή
Εξασθένηση του ανοσοποιητικού Αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις, όπως κρυολογήματα και γρίπη.
Αργή επούλωση πληγών Το σώμα δυσκολεύεται να αναπλάσει τους ιστούς.
Τριχόπτωση Απώλεια μαλλιών λόγω διαταραχής της ανάπτυξης των τριχοθυλακίων.
Διαταραχές γεύσης και όσφρησης Απώλεια της αίσθησης της γεύσης και της όσφρησης.
Διαταραχές στο δέρμα Ξηρότητα, έκζεμα, ακμή ή άλλες δερματικές παθήσεις.
Κόπωση και αδυναμία Έλλειψη ενέργειας και μυϊκή αδυναμία.
Προβλήματα γονιμότητας Μειωμένη παραγωγή σπέρματος στους άνδρες και διαταραχές ωορρηξίας στις γυναίκες.
Διαταραχές διάθεσης Άγχος, κατάθλιψη ή ευερεθιστότητα.

Ψευδάργυρος και χαλκός: Συγκοινωνούντα δοχεία

Ο ψευδάργυρος και ο χαλκός είναι δύο ιχνοστοιχεία που πρέπει να βρίσκονται σε ισορροπία.
Η διατήρηση αυτής της ισορροπίας είναι σημαντική, καθώς:

  • Υπερβολικός ψευδάργυρος μπορεί να προκαλέσει έλλειψη χαλκού, οδηγώντας σε αναιμία ή διαταραχές στο νευρικό σύστημα.
  • Υπερβολικός χαλκός μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το ανοσοποιητικό σύστημα και τη λειτουργία του ψευδαργύρου.

Η σημασία του ψευδαργύρου στα αυτοάνοσα νοσήματα

Ο ψευδάργυρος είναι ζωτικό ιχνοστοιχείο για τη σωστή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και παίζει κρίσιμο ρόλο στη διαχείριση και την πρόληψη αυτοάνοσων νοσημάτων. Στα αυτοάνοσα, το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στους υγιείς ιστούς του σώματος, προκαλώντας φλεγμονή και βλάβες.
Ο ψευδάργυρος συμβάλλει στην καταστολή των ανεπιθύμητων ανοσολογικών αντιδράσεων και στην ενίσχυση των μηχανισμών που προστατεύουν το σώμα.

Ρόλος του ψευδαργύρου:

  1. Ρύθμιση του Ανοσοποιητικού Συστήματος:
    Ο ψευδάργυρος επηρεάζει τη λειτουργία των Τ-λεμφοκυττάρων, μειώνοντας τις υπερβολικές φλεγμονώδεις αντιδράσεις.
  2. Μείωση Φλεγμονής: Υποστηρίζει την παραγωγή αντιφλεγμονωδών κυτοκινών, που είναι απαραίτητες για την ισορροπία του ανοσοποιητικού συστήματος.
  3. Υποστήριξη Θυρεοειδούς: Στην αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα Hashimoto, ο ψευδάργυρος βοηθά στη βελτίωση της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα και στη μείωση των επιπέδων των αντισωμάτων που επιτίθενται στον ιστό του θυρεοειδούς.
  4. Αντιοξειδωτική Δράση: Προστατεύει τα κύτταρα από το οξειδωτικό στρες, το οποίο παίζει ρόλο στην επιδείνωση των αυτοάνοσων νοσημάτων.

Ψευδάργυρος και Συγκεκριμένα Αυτοάνοσα Νοσήματα:

  • Hashimoto και Graves: Υποστηρίζει τη ρύθμιση των θυρεοειδικών ορμονών και μειώνει τη φλεγμονή.
  • Ρευματοειδής Αρθρίτιδα: Συμβάλλει στη μείωση του πόνου και της φλεγμονής στις αρθρώσεις.
  • Λύκος (SLE): Υποστηρίζει την ανοσολογική ισορροπία και μειώνει την ένταση των εξάρσεων.
  • Ψωρίαση: Ενισχύει την ανάπλαση του δέρματος και μειώνει τη φλεγμονή.

Σημαντική Υποσημείωση:
Η έλλειψη ψευδαργύρου συνδέεται με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ή επιδείνωσης αυτοάνοσων νοσημάτων, ενώ η υπερδοσολογία του μπορεί να διαταράξει την ισορροπία του ανοσοποιητικού.
Η λήψη ψευδαργύρου πρέπει να γίνεται με μέτρο και υπό την καθοδήγηση ειδικού.

Η επαρκής πρόσληψη μέσω διατροφής (π.χ. οστρακοειδή, ξηροί καρποί, κόκκινο κρέας) ή μέσω συμπληρωμάτων μπορεί να κάνει τη διαφορά στη διαχείριση των αυτοάνοσων νοσημάτων και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής.


Η σημασία του ψευδαργύρου στην αναπαραγωγική υγεία

Ο ψευδάργυρος είναι απαραίτητος για τη σωστή λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες.
Στους άνδρες, παίζει βασικό ρόλο στην παραγωγή σπέρματος και στην κινητικότητα των σπερματοζωαρίων, υποστηρίζοντας τη γονιμότητα.
Στις γυναίκες, ο ψευδάργυρος συμβάλλει στη ρύθμιση της ωορρηξίας και της ορμονικής ισορροπίας, ενώ είναι ζωτικής σημασίας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης για την ανάπτυξη του εμβρύου.
Η έλλειψή του μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα γονιμότητας ή επιπλοκές στην κύηση, καθιστώντας τη διατήρηση των επιπέδων του ζωτική προτεραιότητα για όσους σχεδιάζουν να αποκτήσουν παιδιά.


Η σημασία του ψευδαργύρου στην αντιμετώπιση της ακμής

Ο ψευδάργυρος παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της υγείας του δέρματος, ιδιαίτερα στην αντιμετώπιση της ακμής.
Αυτό το ιχνοστοιχείο βοηθά στη μείωση της φλεγμονής και στη ρύθμιση της παραγωγής σμήγματος, περιορίζοντας την ανάπτυξη βακτηρίων που προκαλούν σπυράκια. Παράλληλα, υποστηρίζει την αναγέννηση των κυττάρων του δέρματος και την επούλωση πληγών, συμβάλλοντας στη μείωση των ουλών που μπορεί να αφήσει η ακμή. Έρευνες έχουν δείξει ότι άτομα με ακμή συχνά παρουσιάζουν χαμηλότερα επίπεδα ψευδαργύρου, ενώ η λήψη συμπληρωμάτων ή η χρήση προϊόντων με ψευδάργυρο μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την εικόνα του δέρματος.


Ιδανικά επίπεδα ψευδαργύρου

Τα φυσιολογικά επίπεδα ψευδαργύρου στο αίμα είναι:

  • 60-120 μg/dL για υγιείς ενήλικες.

Σε περιπτώσεις έλλειψης, ο γιατρός μπορεί να προτείνει συμπληρώματα ψευδαργύρου, αλλά μόνο με την κατάλληλη καθοδήγηση.


Μορφές Ψευδαργύρου: ποια είναι ιδανική;

Υπάρχουν διάφορες μορφές ψευδαργύρου, με τις πιο συνηθισμένες να είναι:

  • Γλυκονικός Ψευδάργυρος
  • Πικολινικός Ψευδάργυρος
  • Κιτρικός Ψευδάργυρος

Η μορφή πικολινικού ψευδαργύρου θεωρείται η πιο απορροφήσιμη και κατάλληλη για τη βελτίωση των επιπέδων στον οργανισμό.


Συχνές ερωτήσεις για τον ψευδάργυρο

  1. Τι είναι ο ψευδάργυρος και γιατί είναι σημαντικός;
    Ο ψευδάργυρος είναι ένα ιχνοστοιχείο απαραίτητο για την υγεία του ανοσοποιητικού, του δέρματος και των ορμονών.
  2. Ποια είναι τα συμπτώματα έλλειψης ψευδαργύρου;
    Συμπτώματα όπως κόπωση, τριχόπτωση, διαταραχές διάθεσης και αδύναμο ανοσοποιητικό.
  3. Πώς επηρεάζει ο ψευδάργυρος τις ορμόνες;
    Συμβάλλει στη ρύθμιση των θυρεοειδικών ορμονών και των αναπαραγωγικών λειτουργιών.
  4. Ποια είναι η σχέση ψευδαργύρου και ανοσοποιητικού;
    Υποστηρίζει την παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
  5. Μπορεί η έλλειψη ψευδαργύρου να προκαλέσει αυτοάνοσα νοσήματα;
    Η έλλειψη αυξάνει τη φλεγμονή, επιδεινώνοντας την πιθανότητα ανάπτυξης αυτοάνοσων νοσημάτων.
  6. Ποια είναι τα φυσιολογικά επίπεδα ψευδαργύρου;
    60-120 μg/dL για ενήλικες.
  7. Πώς σχετίζεται ο ψευδάργυρος με τον χαλκό;
    Η σωστή ισορροπία είναι σημαντική, με αναλογία 10:1.
  8. Ποια είναι η καλύτερη μορφή ψευδαργύρου;
    Η πικολινική μορφή είναι ιδανική για απορρόφηση.
  9. Πώς μπορώ να αυξήσω τα επίπεδα ψευδαργύρου;
    Με τροφές όπως το κόκκινο κρέας, οι ξηροί καρποί και τα οστρακοειδή ή με συμπληρώματα.
  10. Πρέπει να κάνω εξετάσεις για τα επίπεδα ψευδαργύρου;
    Ναι, αν παρουσιάζετε συμπτώματα έλλειψης ή έχετε ιστορικό αυτοάνοσων νοσημάτων.

Ο ψευδάργυρος αποτελεί σημαντικό σύμμαχο για πολλές πτυχές της υγείας μας.
Εάν νιώθετε συμπτώματα που σχετίζονται με έλλειψή του ή αν πάσχετε από αυτοάνοσα νοσήματα, ένας έλεγχος των βιταμινών και ιχνοστοιχείων σας είναι απαραίτητος.
Κλείστε σήμερα ένα ραντεβού στο ιατρείο μας και επωφεληθείτε από την εμπειρία μας στη ρύθμιση των επιπέδων ψευδαργύρου και άλλων ιχνοστοιχείων.

Βιβλιογραφία:

 


bd1c22a4bb442010a9197d7aa4ce2596.jpg

Πως λειτουργεί το ανοσοποιητικό μας σύστημα

Το ανοσοποιητικό σύστημα είναι ένα σύνολο κυττάρων, ιστών και οργάνων που δουλεύουν συνεργατικά για να υπερασπιστούν το σώμα μας από επιθέσεις ξένων εισβολέων.

Οι εισβολείς αυτοί είναι συνήθως μικρόβια, μικροσκοπικοί δηλαδή οργανισμοί όπως τα βακτήρια, τα παράσιτα και οι μύκητες. Καθώς το σώμα μας τους παρέχει ιδανικές συνθήκες για να αναπτυχθούν, προσπαθούν να εισβάλουν σ’ αυτό.

Το ανοσοποιητικό μας σύστημα είναι υπεύθυνο να τους κρατάει έξω από το σώμα μας, ή όταν δεν τα καταφέρνει, να τα καταστρέφει.

Το μυστικό της επιτυχίας  του ανοσοποιητικού μας συστήματος είναι ότι χρησιμοποιεί ένα τεράστιο δίκτυο επικοινωνίας. Εκατομμύρια κυττάρων τα οποία είναι οργανωμένα σε μικρές ομάδες λειτουργούν ως σμήνος μελισσών και μεταβιβάζουν πληροφορίες το ένα στο άλλο. Όταν αντιληφθούν κίνδυνο υπόκεινται σε σημαντικές αλλαγές και  ξεκινούν να παράγουν χημικές ουσίες που

  • ρυθμίζουν άλλα κύτταρα,
  • ειδοποιούν γειτονικά κομμάτια του ανοσοποιητικού συστήματος και
  • το κινητοποιούν στο σημείο που εντοπίστηκε ο κίνδυνος.

Ανοσία και αυτοανοσία

Το κλειδί για ένα υγιές ανοσοποιητικό σύστημα είναι η σημαντική του δυνατότητα να διαχωρίζει τα μόρια που ανήκουν στον ίδιο οργανισμό με αυτό από τα ξένα. Κανονικά τα κύτταρα του οργανισμού μας έχουν συγκεκριμένους δείκτες στην επιφάνειά τους που τα χαρακτηρίζουν ως κομμάτια του εαυτού μας, ώστε το ανοσοποιητικό μας σύστημα να τα αντιλαμβάνεται ως κομμάτια του ίδιου οργανισμού και να μην τους επιτίθεται.

Όταν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος εντοπίσουν άλλα κύτταρα, τα οποία φέρουν στην επιφάνεια τους δείκτες που τα χαρακτηρίζουν ως ξένα, ξεκινούν γρήγορα την επίθεση.

Οτιδήποτε μπορεί να ξεκινήσει μία τέτοια επίθεση, δηλαδή μία ανοσολογική απάντηση, ονομάζεται αντιγόνο. Το αντιγόνο μπορεί να είναι ένα ολόκληρο μικρόβιο, όπως για παράδειγμα ένας ιός, ή ένα μικρό κομμάτι του μικροβίου.

Κύτταρα ενός άλλου ανθρώπου μπορούν επίσης να μεταφέρουν ξένους δείκτες και δρουν ως αντιγόνα, για αυτό το λόγο και χρειάζονται ειδικά φάρμακα ώστε να μην απορρίπτονται τα μοσχεύματα από άλλον άνθρωπο.

Για διάφορους λόγους το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί λανθασμένα να νομίζει ότι ένα κύτταρο του εαυτού του είναι ξένο και να ξεκινήσει μία επίθεση, μία δηλαδή ανοσολογική απάντηση, απέναντι στα κύτταρα του ίδιου οργανισμού με αυτό.

Το αποτέλεσμα αυτής της λανθασμένης αντίδρασης είναι το αυτοάνοσο νόσημα.

Άλλες φορές το ανοσοποιητικό σύστημα λανθασμένα ενεργοποιείται όταν εισέρχεται στον οργανισμό μας μία ξένη ουσία, η οποία όμως είναι ακίνδυνη, όπως για παράδειγμα η γύρη. Το αποτέλεσμα της αντίδρασης αυτής είναι η αλλεργία και το αντιγόνο αυτό ονομάζεται αλλεργιογόνο.

Η δομή του ανοσοποιητικού μας συστήματος

Τα όργανα του ανοσοποιητικού μας συστήματος βρίσκονται διάσπαρτα στο σώμα.  Ονομάζονται αλλιώς λεμφικά όργανα γιατί είναι το μέρος στο οποίο βρίσκονται συγκεντρωμένα λεμφοκύτταρα, μικρά λευκά αιμοσφαίρια που παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο στο ανοσοποιητικό μας σύστημα.

 

μυελός οστών αυτοάνοσαΟ μυελός των οστών είναι  το εσωτερικό κομμάτι του οστού από το οποίο παράγονται τα περισσότερα κύτταρα του αίματος, μεταξύ των οποίων και τα λευκά αιμοσφαίρια, τα οποία έχουν πολύ σημαντικό ρόλο στο ανοσοποιητικό μας σύστημα.

Ο Θύμος αδένας είναι ένα όργανο που βρίσκεται πίσω από το στέρνο μας και κάποια λεμφοκύτταρα, συγκεκριμένα τα Τ-λεμφοκύτταρα ωριμάζουν σε αυτόν.

Τα λεμφοκύτταρα μπορούν να ταξιδεύουν στο σώμα μας χρησιμοποιώντας τα αγγεία του. Ακόμα όμως μπορούν να ταξιδεύουν και μέσω ενός συστήματος λεμφαγγείων τα οποία είναι μικρά σωληνάρια που βρίσκονται συνήθως παράλληλα με τις φλέβες και τις αρτηρίες μας.

Υπάρχει συνεχής επικοινωνία μεταξύ των αγγείων και των λεμφαγγείων κάτι που επιτρέπει στο λεμφικό μας σύστημα να παρατηρεί συνεχώς το σώμα μας για πιθανούς εισβολείς. Τα λεμφαγγεία μεταφέρουν τη λέμφο, ένα διαυγές υγρό που διαποτίζει σχεδόν όλα τα όργανα του σώματός μας.

λεμφαδένες αυτοάνοσαΟι  λεμφαδένες είναι μικρά όργανα που μοιάζουν με φασόλια, βρίσκονται κατά μήκος των λεμφαγγείων και μαζεύονται σε ομάδες στο λαιμό τις μασχάλες την κοιλιά και τη βουβωνική περιοχή. Κάθε λεμφαδένας περιέχει συγκεκριμένα τμήματα όπου βρίσκονται συγκεντρωμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος έτοιμα να αντιμετωπίσουν αντιγόνα.

Κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος και ξένα κύτταρα μπορούν να μπουν στους λεμφαδένες μας μέσω των λεμφαγγείων ή μικροσκοπικών αγγείων. Τα λεμφοκύτταρα βγαίνουν από το λεμφαδένα μέσω των λεμφαγγείων, μπαίνουν στην κυκλοφορία του αίματος και ταξιδεύουν στους ιστούς του σώματός μας. Ψάχνουν για ξένα αντιγόνα και επιστρέφουν μέσω του λεμφικού συστήματος στο λεμφαδένα.

Ο σπλήνας είναι ένα όργανο στα αριστερά της κοιλιακής μας χώρας. Όπως και οι λεμφαδένες ο σπλήνας περιέχει μέρη όπου μαζεύονται κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος και λειτουργεί ως σημείο συνάντησης όπου τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος αντιμετωπίζουν τα αντιγόνα.

Άλλα στοιχεία λεμφικού συστήματος βρίσκονται σε  πολλά σημεία του σώματός μας όπως τμήματα του γαστρεντερικού συστήματος στους αεραγωγούς και τους πνεύμονες μας που αποτελούν τα συχνότερα σημεία εισόδου αντιγόνων στο σώμα.

Τα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος και οι ουσίες που παράγουν

Το ανοσοποιητικό σύστημα αποτελείται από ένα τεράστιο αριθμό κυττάρων, όχι μόνο από λεμφοκύτταρα αλλά και από φαγοκύτταρα κι άλλα συγγενή κύτταρα. Κάποια από τα κύτταρα αυτά επιτίθενται σε κάθε εισβολέα ενώ αλλά είναι πολύ πιο εξειδικευμένα απέναντι σε συγκεκριμένους στόχους. Για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά τα περισσότερα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος χρειάζονται στη συνεργασία και των υπολοίπων. Κάποια κύτταρα επικοινωνούν ακουμπώντας το ένα το άλλο ενώ άλλα στέλνουν χημικές ουσίες ως μηνύματα.

Το ανοσοποιητικό μας σύστημα αποθηκεύει λίγα κύτταρα από κάθε τύπο. Όταν εμφανιστεί κάποιο αντιγόνο αυτά τα λίγα κύτταρα πολλαπλασιάζονται γρήγορα ώστε να δημιουργήσουν έναν στρατό που θα αντιμετωπίσει τον εισβολέα. Όταν η απειλή αντιμετωπιστεί τα περισσότερα από αυτά απομακρύνονται αφήνοντας λίγα μόνο να προσέχουν για πιθανές επόμενες επιθέσεις.

Όλα τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος ξεκινούν ως ανώριμα βλαστοκύτταρα μέσα από τον μυελό των οστών. Τα βλαστοκύτταρα ανάλογα με το τι ερεθίσματα θα δεχτούν από τις λεγόμενες κυτοκίνες ή από άλλα σημάδια του οργανισμού μεγαλώνουν και διαφοροποιούνται σε διαφορετικά  κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος όπως τα Β-κύτταρα, τα Τ κύτταρα και τα φαγοκύτταρα.

Β λεμφοκύτταρα

Β λεμφοκύτταρο αυτοάνοσαΤα Β-λεμφοκύτταρα είναι υπεύθυνα κυρίως για την παραγωγή ουσιών που ονομάζονται αντισώματα και για τη διοχέτευση τους στα υγρά του σώματός μας. Τα αντισώματα επιτίθενται στα αντιγόνα που κυκλοφορούν στο αίμα μας. Δυστυχώς όμως δεν μπορούν να εισέλθουν μέσα στο εσωτερικό του κυττάρου αν για παράδειγμα ένα κύτταρο μολυνθεί από κάποιο μικρόβιο ή προσβληθεί από καρκίνο.  Το ρόλο αυτό έχουνε τα Τ-λεμφοκύτταρα και κάποια άλλα κομμάτια του ανοσοποιητικού μας συστήματος που θα δούμε παρακάτω.

Κάθε Β κύτταρο είναι προγραμματισμένο να παράγει ένα συγκεκριμένο αντίσωμα.  Για παράδειγμα ένα Β κύτταρο είναι υπεύθυνο για την παραγωγή αντισώματος απέναντι στον ιό του κρυολογήματος ενώ ένα άλλο παράγει αντισώματα που επιτίθεται σε βακτήρια που προκαλούν πνευμονία.

Όταν το Β κυττάρων συναντήσει ένα αντιγόνο, δίνει το σήμα για την παραγωγή κυττάρων που ονομάζονται πλασματοκύτταρα. Κάθε πλασματοκύτταρο είναι ουσιαστικά εργοστάσιο παραγωγής ενός συγκεκριμένου αντισώματος. Κάθε πλασματοκύτταρο που προέρχεται από ένα συγκεκριμένο Β κύτταρο παράγει εκατομμύρια ολόιδια αντισώματα και τα διοχετεύει στην κυκλοφορία του αίματος.

Κάθε αντιγόνο ταιριάζει με ένα αντίσωμα όπως ακριβώς ένα κλειδί σε μία κλειδαριά.  Κάποια αντιγόνα ταιριάζουν τέλεια με το αντίσωμα κάποια άλλα όμως λειτουργούν ως αντικλείδια δηλαδή ταιριάζουν με περισσότερα. Σε κάθε περίπτωση όταν συνδεθεί το αντιγόνο και το αντίσωμα το ξένο αντιγόνο σημαδεύεται ως στόχος που πρέπει να καταστραφεί.

Τα αντισώματα ανήκουν σε μία μεγάλη κατηγορία κυττάρων που ονομάζονται ανοσοσφαιρίνες.

Η ανοσοσφαιρίνη G ή αλλιώς IgG καλύπτει συνήθως μικρόβια βοηθώντας την αναγνώριση τους από άλλα στοιχεία του ανοσοποιητικού μας συστήματος.

H ανοσοσφαιρίνη Μ ή αλλιώς IgM είναι εξαιρετικά αποτελεσματική στο να σκοτώνει βακτήρια.

H IgA συγκεντρώνεται στα υγρά του σώματος όπως για παράδειγμα στο σάλιο τα δάκρυα στο αναπνευστικό και γαστρεντερικό μας σύστημα προσέχοντας για πιθανούς εισβολείς

H IgE μας προστατεύει κυρίως από παράσιτα. Είναι όμως πολύ συχνά υπεύθυνη για αλλεργικά προβλήματα

H ΙgD παραμένει συνδεδεμένη στο Β κύτταρο και παίζει ρόλο στην έναρξη της απάντησης του Β κυττάρου.

Τ κύτταρα

Τ κύτταρα αυτοάνοσα

Τα Τ κύτταρα δεν αναγνωρίζουν τα αντιγόνα που κυκλοφορούν ελεύθερα όπως τα Β. Αντίθετα, οι επιφάνειές τους έχουν υποδοχείς που μοιάζουν με αντισώματα και αναγνωρίζουν κομμάτια αντιγόνου στην επιφάνεια μολυσμένων ή καρκινικών κυττάρων. Τα Τ κύτταρα συμβάλλουν στη λειτουργία του ανοσοποιητικού με δύο τρόπους: κάποια ελέγχουν την ανοσολογική απάντηση και κάποια επιτίθενται άμεσα στα μολυσμένα ή τα καρκινικά κύτταρα.

Οι Τ-βοηθοί (T helper) συντονίζουν την ανοσολογική απάντηση επικοινωνώντας με άλλα κύτταρα. Μερικά ενεργοποιούν τα γειτονικά Β κύτταρα ώστε να παράγουν αντισώματα ενώ άλλα καλούν άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, τα μακροφάγα που καταβροχθίζουν επιβλαβή κύτταρα ή ενεργοποιούν άλλα Τ λεμφοκύτταρα.

Τα Τ killer (ή κυτταροτοξικά Τ λεμφοκύτταρα ή CTL) έχουν έναν άλλο ρόλο. Επιτίθενται άμεσα σε κύτταρα που φέρουν ξένα προς τον οργανισμό ή μη φυσιολογικά μόρια στην επιφάνειά τους. Επιτίθενται σε μολυσμένα από ιούς κύτταρα αναγνωρίζοντας μικρά ιικά κομμάτια στην επιφάνεια του κυττάρου.

Τις περισσότερες φορές τα Τ κύτταρα αναγνωρίζουν ένα αντιγόνο στην επιφάνεια ενός κυττάρου αν αυτό συνδέεται με ένα μόριο του οργανισμού

Το Μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας (MHC ή ΜΣΙ).

Αν και τα μόρια του ΜΣΙ είναι απαραίτητα ώστε να αναγνωρίζει ένα Τ κύτταρο έναν ξένο εισβολέα, παίζουν σημαντικό ρόλο στην μεταμόσχευση οργάνων. Σχεδόν κάθε όργανο του σώματος καλύπτεται από πρωτεΐνες του ΜΣΙ αλλά ο κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικές πρωτεΐνες ΜΣΙ. Έτσι τα Τ κύτταρα αναγνωρίζουν ένα ξένο μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας και του επιτίθενται. Γι αυτό όταν προγραμματίζεται μια μεταμόσχευση, αναζητείται δότης με παρόμοιο μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας με αυτό του λήπτη. Αλλιώς τα Τ κύτταρα του λήπτη αναγνωρίζουν το όργανο ως ξένο, το καταστρέφουν και το μόσχευμα απορρίπτεται.

Τα κύτταρα φονιάδες – Natural Killer cells (NK cells) είναι ένα άλλο είδος λεμφοκυττάρων. Όπως τα Τ κύτταρα, τα Τ φονικά κύτταρα είναι εφοδιασμένα με κόκκους που περιέχουν ισχυρά χημικά υγρά. Αντίθετα με τα Τ κύτταρα που αναζητούν αντιγόνα που συνδέονται με το μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας, τα

Τ φονικά κύτταρα αναζητούν κύτταρα που δεν έχουν ΜΣΙ, τα αναγνωρίζουν ως ξένα και τα καταστρέφουν. Έτσι τα Τ φονικά κύτταρα μπορούν να επιτεθούν σε πολλά ξένα κύτταρα.

Φαγοκύτταρα και οι συγγενείς τους

φαγοκύτταρα αυτοάνοσα

Τα φαγοκύτταρα είναι μεγάλα λευκά αιμοσφαίρια που καταπίνουν και πέπτουν μικρόβια και άλλα ξένα σωματίδια.

Τα μονοκύτταρα είναι φαγοκύτταρα που κυκλοφορούν στο αίμα. Όταν τα μονοκύτταρα μεταναστεύουν σε άλλους ιστούς εξελίσσονται σε μακροφάγα. Ειδικές μορφές μακροφάγων μπορεί να βρεθούν σε πολλά όργανα όπως οι πνεύμονες, τα νεφρά, ο εγκέφαλος και το συκώτι. Τα μακροφάγα έχουν πολλούς ρόλους. Αναζητούν και καταστρέφουν γερασμένα κύτταρα του σώματός μας, βοηθούν αλλά λεμφοκύτταρα να αναγνωρίζουν ξένα αντιγόνα και παράγουν πολύ δυνατά χημικά σήματα τις λεγόμενες μονοκίνες που είναι πολύ σημαντικές για την ανοσολογική απάντηση.

Τα κοκκιοκύτταρα είναι ένα άλλο είδος κυττάρων του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Περιέχουν κοκκία που είναι γεμάτα με ισχυρές ουσίες που επιτρέπουν σε αυτά να καταστρέφουν μικροοργανισμούς. Μία από αυτές τις ουσίες είναι η ισταμίνη πού παίζει σημαντικό ρόλο στη φλεγμονή και την αλλεργία.

Ένας τύπος κοκκιοκυττάρων, τα ουδετερόφιλα, είναι επίσης φαγοκύτταρα. Χρησιμοποιούν χημικές ουσίες για να διασπάσουν τα μικρόβια που φαγοκυττάρωσαν.

Τα ηωσινόφιλα και τα βασεόφιλα είναι κοκκιοκύτταρα που ραντίζουν επιβλαβή κύτταρα με χημικές ουσίες ώστε να αναγνωριστούν από άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.

Τα μαστοκύτταρα μοιάζουν πολύ με τα βασεόφιλα με τη διαφορά ότι δεν είναι κύτταρα του αίματος μας. Βρίσκονται στους πνεύμονες, το δέρμα, στη γλώσσα, στη μύτη και στο γαστρεντερικό μας σύστημα και παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση αλλεργιών.

Τα θρομβοκυτταρα του αίματος περιέχουν επίσης κοκκία. Εκτός από το ότι βοηθούν στη δημιουργία θρόμβου και την επούλωση των τραυμάτων ενεργοποιούν και κάποιες ανοσολογικές αντιδράσεις.

Kυτοκίνες

κυτοκίνες αυτοάνοσα

Οι κυτοκίνες είναι πρωτεΐνες που παράγονται από κύτταρα και επιδρούν σε άλλα κύτταρα ώστε να οργανωθεί μία σωστή ανοσολογική απάντηση. Είναι σήματα που χρησιμοποιούν τα κύτταρα ώστε να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Οι κυτοκίνες χωρίζονται σε ιντερλευκίνες, ιντερφερόνες και αυξητικούς παράγοντες.

Μία κυτοκίνη, η ιντερλευκίνη 2 ενεργοποιεί το ανοσοποιητικό μας σύστημα ώστε να παράγει Τ-κύτταρα. Είναι πολύ ισχυρή στο να ενεργοποιεί το ανοσοποιητικό και πιστεύεται ότι θα παίξει σημαντικό ρόλο σε πολλές μελλοντικές θεραπείες για διάφορες παθήσεις όπως για παράδειγμα ο καρκίνος, η ηπατίτιδα C και το AIDS.

Άλλες κυτοκίνες προσελκύουν συγκεκριμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού και ονομάζονται χημειοκίνες. Απελευθερώνονται από τα κύτταρα όταν υπάρχει τραύμα η μόλυνση και προσελκύουν άλλα κύτταρα στην περιοχή για να βοηθήσουν να επουλωθεί το τραύμα ή να καταπολεμήσουν τον εισβολέα. Παίζουν σημαντικό ρόλο στη φλεγμονή και είναι ένας πολλά υποσχόμενος στόχος νέων φαρμάκων που στοχεύουν στην ρύθμιση της ανοσολογικής απάντησης.

Συμπλήρωμα

συμπλήρωμα αυτοάνοσαΤο σύστημα του συμπληρώματος αποτελείται από 25 περίπου πρωτεΐνες που δουλεύουν μαζί για να συμπληρώσουν τη δράση των αντισωμάτων στην καταστροφή των βακτηριδίων.

Το συμπλήρωμα επίσης βοηθάει το σώμα μας ώστε αυτό να ξεφορτωθεί τα αντιγόνα που έχουν ενωθεί με αντισώματα. Το συμπλήρωμα παίζει σημαντικό ρόλο στη φλεγμονή καθώς κάνει τα αγγεία της περιοχής που πάσχει να διαστέλλονται, το οποίο οδηγεί σε ερυθρότητα, ζέστη, πρήξιμο, πόνο και απώλεια της λειτουργίας της συγκεκριμένης περιοχής, όλα στοιχεία της φλεγμονώδους απάντησης.

Οι πρωτεΐνες του συμπληρώματος κυκλοφορούν στο αίμα σε αδρανή μορφή. Όταν ενεργοποιηθεί η πρώτη πρωτεΐνη του συμπληρώματος, που γίνεται όταν εντοπιστεί αντίσωμα συνδεδεμένο με αντιγόνο, ξεκινάει μία διαδικασία που ενεργοποιεί όλες τις υπόλοιπες πρωτεΐνες. Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι να γίνει μία τρύπα στο τοίχωμα του προσβεβλημένου κυττάρου. Το κύτταρο τελικά καταστρέφεται. Κάποια άλλα συστατικά του συστήματος του συμπληρώματος κάνουν τα βακτηρίδια πιο ευπρόσβλητα στα φαγοκυτταρα.

Πώς γίνεται η ανοσολογική απάντηση

Οι μολύνσεις είναι η πιο συχνή αιτία  όλων των παθήσεων.  Κυμαίνονται από απλό κρυολόγημα μέχρι πολύ σοβαρές παθήσεις όπως η ηπατίτιδα και το AIDS. Τα νοσογόνα μικρόβια ή αλλιώς παθογόνα προσπαθούν να εισέλθουν στο σώμα μας πρώτα διαπερνώντας την εξωτερική ασπίδα προστασίας συνήθως το δέρμα ή κύτταρα των βλεννογόνων.

δέρμα αυτοάνοσαΤο δέρμα γενικά αποτελεί μια πολύ θωράκιση και συνήθως τα μικρόβια εισχωρούν μέσω μικρών τραυμάτων.

Το γαστρεντερικό και αναπνευστικό μας σύστημα έχει και αυτό ασπίδες προστασίας. Όταν ένα μικρόβιο προσπαθεί να εισέλθει από τη μύτη το σώμα μας συνήθως αντιδρά παράγοντας περισσότερη βλέννα καθώς και με το βήχα ή το φτάρνισμα εξαναγκάζει το μικρόβιο να βγει.

Το στομάχι μας περιέχει γαστρικά υγρά που καταστρέφουν πολλά από τα μικρόβια που μπαίνουν μαζί με το φαγητό.

Αν το μικρόβιο καταφέρει και περάσει την επιφανειακή ασπίδα προστασίας του σώματός μας πρέπει να βρει έναν τρόπο να περάσει το εσωτερικό τοίχωμα του γαστρεντερικού, αναπνευστικού, ή ουροποιητικού μας συστήματος. Τα συστήματα αυτά καλύπτονται από πολύ πυκνά συνδεδεμένα κύτταρα, τα επιθηλιακά, τα οποία καλύπτονται από ένα στρώμα βλέννας.

Οι επιφάνειες αυτές παράγουν πολύ συχνά ένα αντίσωμα που ονομάζεται IgA,  είναι συνήθως το πρώτο αντίσωμα που συναντούν τα μικρόβια που εισέρχονται στο σώμα μας.

Κάτω από την επιθηλιακη αυτή μεμβράνη βρίσκεται ένας αριθμός κυττάρων που αποτελείται από μακροφάγα, Β και Τ κύτταρα που περιμένουν κάθε μικρόβιο που μπορεί να περάσει την πρώτη γραμμή άμυνας.

Έπειτα οι εισβολείς πρέπει να νικήσουν κύτταρα τα οποία είναι έτοιμα να επιτεθούν  ανεξαρτήτως των αντιγόνων που αυτά μπορεί να φέρουν. Τα κύτταρα αυτά είναι τα φαγοκύτταρα, τα φυσικά κύτταρα καταστροφής και το συμπλήρωμα. Έπειτα ακολουθούν κύτταρα εξειδικευμένα ώστε να καταστρέφουν το συγκεκριμένο εισβολέα.  Αυτά είναι τα αντισώματα και τα Τ κύτταρα τα οποία έχουν υποδοχείς ειδικούς για τον συγκεκριμένο εισβολέα που τους επιτρέπουν να τον αναγνωρίζουν ως στόχο.

Βακτήρια ιοί και παράσιτα

Είναι οι πιο κοινοί μικροοργανισμοί που προκαλούν διάφορες παθήσεις. Κάθε ένας από αυτούς  έχει ξεχωριστή τακτική επίθεσης και για αυτό υπάρχει συγκεκριμένο κομμάτι του ανοσοποιητικού μας συστήματος που είναι υπεύθυνο για την καταστροφή του καθενός από αυτά.

Τα περισσότερα βακτήρια εντοπίζονται στις περιοχές ανάμεσα στα κύτταρα και τους επιτίθενται άμεσα τα αντισώματα. Όταν ένα αντίσωμα συνδεθεί σε ένα βακτήριο στέλνει σήματα στις πρωτεΐνες του συμπληρώματος και στα φαγοκύτταρα ώστε να το καταστρέψουν.  Μερικά βακτήρια καταστρέφονται άμεσα από τα φαγοκύτταρα και δίνεται σήμα σε συγκεκριμένα Τ-κύτταρα να βοηθήσουν.

Όλοι οι ιοι, μερικά βακτήρια και παράσιτα πρέπει να εισέλθουν στο κύτταρο ώστε να επιβιώσουν και χρησιμοποιούν διαφορετική τακτική. Τα μολυσμένα κύτταρα χρησιμοποιούν το μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας βγάζοντας από μέσα τους μικρά μόρια του εισβολέα ώστε να γίνουν ορατά από τα κυτταροτοξικά Τ-λεμφοκύτταρα για να καταστραφεί το προσβεβλημένο κύτταρο. Τα αντισώματα βοηθούν και αυτά στην ανοσολογική απάντηση καθώς κολλάνε και καθαρίζουν τους ιούς πριν αυτοί καταφέρουν να μπουν μέσα στο κύτταρο.

Τα παράσιτα ζουν είτε μέσα είτε έξω από τα κύτταρα. Τα παράσιτα που ζουν μέσα στα κύτταρα, όπως για παράδειγμα αυτά που προκαλούν την ελονοσία, ενεργοποιούν τα Τ κύτταρα.

Τα παράσιτα που ζουν έξω από τα κύτταρα είναι συνήθως πολύ μεγαλύτερα από τα βακτήρια και τους ιούς και χρειάζονται μία μεγαλύτερου εύρους ανοσολογική απάντηση.

Οι παρασιτικές μολύνσεις συνήθως ξεκινούν μία φλεγμονώδη απάντηση όταν τα ηωσινόφιλα, τα βασεόφιλα και άλλα κοκκιοκύτταρα τρέχουν να βοηθήσουν και απελευθερώνουν τα τοξικά τους χημικά σε μία προσπάθεια να καταστρέψουν τον εισβολέα. Τα αντισώματα βοηθούν και αυτά προσκαλώντας στην περιοχή κοκκιοκύτταρα.

Φυσική και επίκτητη ανοσία

Χρόνια πριν οι επιστήμονες κατανόησαν ότι πολλοί άνθρωποι που είχαν προσβληθεί από μία ασθένεια δεν την κολλούσαν ξανά. Αυτό συμβαίνει γιατί κάποια από τα Τ και Β κύτταρα μετατρέπονται σε κύτταρα μνήμης. Την επόμενη φορά που θα συναντήσουν το ίδιο αντιγόνο το ανοσοποιητικό μας σύστημα είναι έτοιμο να το καταστρέψει.

Η ανοσία μπορεί να είναι ισχυρή ή όχι, σύντομη η μακροχρόνια ανάλογα με τον τύπο του αντιγόνου, τον αριθμό των αντιγόνων και την οδό από την οποία αυτό εισήλθε στο σώμα. Η ανοσία μπορεί επίσης να επηρεάζεται από κληρονομούμενα γονίδια.  Όταν κάποιοι ξανασυναντήσουν το ίδιο αντιγόνο αντιδρούν πολύ ισχυρά ενώ άλλοι καθόλου.

Η ανοσία μπορεί να  δημιουργηθεί είτε από κάποια μόλυνση είτε με τη βοήθεια των εμβολίων. Τα εμβόλια περιέχουν μικροοργανισμούς ή κομμάτια μικροοργανισμών επεξεργασμένα ώστε να οδηγήσουν σε μία ανοσολογική απάντηση αλλά όχι σε νόσηση.

Η ανοσία μπορεί επίσης να μεταφερθεί από έναν άνθρωπο σε έναν άλλον με την έγχυση ορού αντισωμάτων από έναν άνθρωπο που έχει ανοσία σε έναν που δεν έχει. Η ανούσια αυτή συνήθως διαρκεί όμως για λίγες εβδομάδες ή μήνες.

μωρά αυτοάνοσαΤα μωρά γεννιούνται με πολύ ανίσχυρο ανοσοποιητικό σύστημα αλλά προστατεύονται τους πρώτους μήνες της ζωής τους από τα αντισώματα που λαμβάνουν από το γάλα της μητέρας τους αλλά και προηγουμένως κατά την εγκυμοσύνη από τα αντισώματα της μητέρας που κυκλοφορούν στο αίμα.

Ανοσολογική ανοχή

Είναι η τάση των Τ και των Β λεμφοκυττάρων να καταλαβαίνουν ότι συγκεκριμένα κύτταρα του σώματός μας είναι δικά μας και να μην τους επιτίθενται. Η ανοσολογική ανοχή είναι πολύ σημαντική και όταν αυτή διαταράσσεται συνήθως οδηγεί σε αυτοάνοσο νόσημα. Η ανοχή δημιουργείται με τουλάχιστον δύο τρόπους. Η κεντρική ανοχή συμβαίνει κατά τη δημιουργία των λεμφοκυττάρων. Κατά τη δημιουργία τους εκτίθενται σε πολλά μόρια του σώματός μας. Αν συναντήσει αυτά τα μόρια πριν ωριμάσουν, καταστρέφονται. Αυτό βοηθά ώστε να αποτραπεί η ύπαρξη Β κυττάρων που επιτίθενται σε δικούς μας υγιείς ιστούς.

Καθώς όμως τα λεμφοκύτταρα δεν συναντούν κάθε μόριο του σώματός μας όσο ωριμάζουν, πρέπει να μάθουν να αγνοούν κύτταρα και ιστούς του σώματός μας.  Αυτό γίνεται με τη διαδικασία της περιφερειακής ανοχής, καθώς τα λεμφοκύτταρα μπορεί να αναγνωρίζουν ένα δικό μας μόριο αλλά δεν πρέπει να αντιδρούν παράγοντας χημικά σήματα. Η περιφερειακή ανοχή ρυθμίζεται από συγκεκριμένα Τ-κύτταρα που αποτρέπουν τα βοηθητικά Τ-κύτταρα ή τα κυτταροτοξικά Τ κύτταρα από το να ενεργοποιηθούν και να απαντήσουν.

Εμβόλια

Τα εμβόλια αποτελούνται από τροποποιημένα ή κατεστραμμένα μικρόβια, κομμάτια μικροβίων ή από μικροβιακο DNA που ξεγελούν το σώμα ώστε αυτό να νομίζει ότι μολύνθηκε. Το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στο εμβόλιο και είναι πλέον έτοιμο για πιθανές επόμενες συναντήσεις με τον αντίστοιχο μικροοργανισμό. Αποτελούν  έναν από τους καλύτερους τρόπους προφύλαξης απέναντι σε ασθένειες, έχουν εξαιρετική ασφάλεια και έχουν οδηγήσει στην εξάλειψη πολλών ασθενειών που έχουν ταλαιπωρήσει στο παρελθόν την ανθρωπότητα.

Δυσλειτουργίες του ανοσοποιητικού μας συστήματος

Αλλεργία

Οι πιο συχνές αλλεργικές παθήσεις συμβαίνουν όταν το ανοσοποιητικό σύστημα αντιδρά σε λάθος συναγερμό. Το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ενήλικου ατόμου λανθασμένα αντιλαμβάνεται ακίνδυνα αντιγόνα όπως για παράδειγμα τη σκόνη ή την γύρη ως εχθρό και επιτίθεται. Πολλές αλλεργίες σχετίζονται με το IgΕ αντίσωμα.

Αυτοάνοσα νοσήματα

Κάποιες φορές το ανοσοποιητικό σύστημα αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ιστούς του σώματός μας ως δικούς μας και ενεργοποιεί Τ κύτταρα και αντισώματα (αυτοαντισώματα) απέναντι σε δικά του κύτταρα και όργανα. Για παράδειγμα όταν επιτίθενται στο πάγκρεας οδηγούν στην εμφάνιση διαβήτη ενώ ένα αυτοαντίσωμα που ονομάζεται ρευματοειδής παράγοντας είναι πολύ συχνός σε ανθρώπους που αναπτύσσουν ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ασθένειες με λύκο έχουν αυτοαντισώματα για πολλά κύτταρά τους.

Κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι οδηγεί στην εμφάνιση αυτοάνοσου νοσήματος αλλά πολλοί παράγοντες φαίνεται να παίζουν ρόλο. Αυτοί περιλαμβάνουν το περιβάλλον του ασθενούς όπως για παράδειγμα ιούς, φάρμακα, ηλιακή ακτινοβολία που μπορεί να καταστρέψουν ή να  τροποποιήσουν κύτταρα του σώματός μας.

Κάποιες ορμόνες φαίνεται να παίζουν και αυτές σημαντικό ρόλο καθώς πολλά αυτοάνοσα νοσήματα είναι πολύ πιο συχνά σε γυναίκες από ότι σε άντρες. Η κληρονομικότητα φαίνεται να είναι επίσης σημαντική.

Σχέση του ανοσοποιητικού και του νευρικού μας συστήματος

στρες αυτοάνοσαΥπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι τα δύο αυτά συστήματα είναι πολύ στενά συνδεδεμένα. Ένας γνωστός τρόπους σύνδεσης αποτελούν οι αδένες. Όταν ο εγκέφαλος απαντάει σε στρες, οι επινεφριδιακοί αδένες εκκρίνουν ορμόνες στο αίμα. Οι ορμόνες αυτές βοηθούν το συγκεκριμένο άτομο να αντιμετωπίσει επείγουσες καταστάσεις, επηρεάζοντας τη δράση των αντισωμάτων και των λεμφοκυττάρων.

Πολλές ορμόνες φαίνεται ότι μεταφέρουν μηνύματα μεταξύ των νευρικών κυττάρων και κυττάρων του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Από την άλλη πολλά κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος μπορούν να παρασκευάσουν ουσίες που επιδρούν στα νευρικά κύτταρα. Ακόμα φαίνεται ότι ο εγκέφαλος μπορεί να μεταφέρει άμεσα μηνύματα στο ανοσοποιητικό μας σύστημα καθώς πολλά νευρικά κύτταρα έχουν βρεθεί να συνδέουν όργανα του λεμφικού μας συστήματος.


1_M54lMsEqB-aLngDKWAVHDg.jpg

Ναι, η ψωρίαση είναι αυτοάνοσο νόσημα. Αυτό σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού λανθασμένα αναγνωρίζει υγιή κύτταρα του δέρματος ως ξένα και τους επιτίθεται. Αυτή η επίθεση προκαλεί ταχεία ανάπτυξη των κυττάρων του δέρματος, η οποία οδηγεί στην εμφάνιση κόκκινων ή καλυμένων με λευκά λέπια πλακών στα προσβεβλημένα σημεία.

Ενώ η ακριβής αιτία της ψωρίασης παραμένει άγνωστη, θεωρείται ότι οφείλεται σε συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.

Ακολουθούν ορισμένα στοιχεία που υποστηρίζουν τον αυτοάνοσο χαρακτήρα της ψωρίασης:

  • Γενετική: Η ψωρίαση συχνά εμφανίζεται σε οικογένειες, υποδηλώνοντας ότι η γενετική προδιάθεση παίζει ρόλο.
  • Δυσλειτουργία ανοσοποιητικού: Τα άτομα με ψωρίαση παρουσιάζουν αυξημένη δραστηριότητα των Τ-λεμφοκυττάρων, ενός τύπου λευκών αιμοσφαιρίων που εμπλέκονται στις αυτοάνοσες ασθένειες.
  • Επιδείνωση μετά από φαρμακευτική αγωγή: Μερικά φάρμακα που τροποποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα, όπως τα β-αναστολείς, μπορούν να επιδεινώσουν ή να πυροδοτήσουν την ψωρίαση.

Η ψωρίαση μπορεί επίσης να συνδέεται και να συνυπάρχει με άλλες αυτοάνοσες παθήσεις, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η νόσος του Crohn, η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, η γυροειδής αλωπεκία και η λεύκη.

Παρόλο που η ψωρίαση δεν θεραπεύεται, υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές επιλογές που μπορούν να ελέγξουν τα συμπτώματα και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των ασθενών.

Εάν ανησυχείτε για την ψωρίαση, είναι σημαντικό να συμβουλευτείτε έναν δερματολόγο για να λάβετε μια ακριβή διάγνωση και να συζητήσετε τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές.


l-intro-1646948490-1200x674.jpg

Ανάστροφη ψωρίαση: Οδηγός για τα Συμπτώματα, τις Αιτίες και τη Θεραπεία της

Η ανάστροφη ψωρίαση, γνωστή και ως ψωρίαση των πτυχών, αποτελεί έναν ιδιαίτερο τύπο ψωρίασης που επηρεάζει κυρίως τις πτυχές του δέρματος. Είναι αυτοάνοση ασθένεια και προκαλεί ταχεία ανάπτυξη των κυττάρων του δέρματος, οδηγώντας στην εμφάνιση ερυθρών, φολιδωτών πλακών.

Ανάστροφη ψωρίαση – Συμπτώματα:

  • Λείες, γυαλιστερές, κόκκινες πλάκες στις πτυχές του δέρματος, όπως:
    • Μασχάλες
    • Βουβωνική περιοχή
    • Κάτω από το στήθος
    • Γύρω από τα γεννητικά όργανα
    • Πίσω από τα αυτιά
    • Πρόσωπο
    • Μέσα από τα γόνατα και τους αγκώνες
  • Ραγάδες και πόνος στις πτυχές του δέρματος
  • Φαγούρα και κάψιμο
  • Πόνος και δυσφορία
  • Δυσκολία στην κίνηση, ιδιαίτερα στις πτυχές που επηρεάζονται

Χρειάζεται προσοχή και εμπειρία η διάγνωσή της, καθώς πολλές φορές ομοιάζει με μυκητίαση!

Ανάστροφη ψωρίαση – Αιτίες:

Η ακριβής αιτία της αντίστροφης ψωρίασης παραμένει άγνωστη. Παρ’ όλα αυτά, διάφοροι παράγοντες δύναται να πυροδοτήσουν ή να επιδεινώσουν την εμφάνιση της νόσου, όπως:

  • Γενετική προδιάθεση: Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού ψωρίασης αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης.
  • Στρες: Η ψυχική καταπόνηση μπορεί να λειτουργήσει ως έναυσμα ή να επιδεινώσει τα συμπτώματα.
  • Τραυματισμός του δέρματος: Οποιοσδήποτε τραυματισμός, όπως τσίμπημα εντόμου ή γρατσουνιά, δύναται να προκαλέσει έξαρση.
  • Λοιμώξεις: Ορισμένες λοιμώξεις, όπως η στρεπτοκοκκική λοίμωξη του λαιμού, μπορεί να σχετίζονται με την εμφάνιση της νόσου.
  • Ορισμένα φάρμακα: Λιθίου, αντιβιοτικά, αντιυπερτασικά και β-αναστολείς δύναται να επηρεάσουν την ανάπτυξη της νόσου.

Ανάστροφη ψωρίαση – Θεραπεία:

Η θεραπεία της αντίστροφης ψωρίασης εστιάζει στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων και στην πρόληψη της επιδείνωσης. Ορισμένες θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν:

  • Τοπικές θεραπείες:
    • Κρέμες με κορτικοστεροειδή
    • Αλοιφές με βιταμίνη D
    • Λοσιόν με αναστολείς καλσινευρίνης
    • Σαμπουάν και λοσιόν με αντιμυκητιασική δράση
  • Φωτοθεραπεία:
    • Θεραπεία με UVB ακτινοβολία
    • Θεραπεία με excimer laser
  • Συστηματική θεραπεία με φάρμακα:
    • Ανοσοκατασταλτικά φάρμακα
    • Βιολογικές θεραπείες
  • Βιολογικές θεραπείες:
    • Συνθετικά αντισώματα που στοχεύουν στην ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος

Ανάστροφη ψωρίαση – Πρόληψη:

Η πρόληψη της αντίστροφης ψωρίασης εστιάζει στην αποφυγή των παραγόντων που πυροδοτούν ή επιδεινώνουν την ασθένεια. Ορισμένες προληπτικές ενέργειες περιλαμβάνουν:

  • Διαχείριση του άγχους
  • Θεραπεία τυχόν λοιμώξεων
  • Αποφυγή τραυματισμών του δέρματος
  • Συχνή ενυδάτωση του δέρματος
  • Χρήση ήπιων σαπουνιών και καθαριστικών
  • Αποφυγή του καπνίσματος και του αλκοόλ
  • Κατάλληλη διατροφή

Πώς να διαχειριστείτε την ανάστροφη ψωρίαση:

Εκτός από την ιατρική φροντίδα, υπάρχουν διάφορες ενέργειες που μπορείτε να κάνετε για να διαχειριστείτε τα συμπτώματα της αντίστροφης ψωρίασης και να βελτιώσετε την ποιότητα ζωής σας:

Καθημερινή φροντίδα:

  • Κάντε προσεκτικά ντους ή μπάνιο: Χρησιμοποιήστε χλιαρό νερό και ήπια σαπούνια. Αποφύγετε το πολύ ζεστό νερό, καθώς μπορεί να ξηράνει το δέρμα.
  • Ενυδατώστε τακτικά: Εφαρμόστε μια πλούσια ενυδατική κρέμα ή αλοιφή στις πληγείσες περιοχές, ιδανικά μετά το μπάνιο.
  • Διατηρήστε δροσερό το δέρμα: Αποφύγετε τα ζεστά ρούχα και τα βαριά υφάσματα. Προτιμήστε δροσερά και βαμβακερά ρούχα.
  • Μην ξύνεστε: Η φαγούρα μπορεί να είναι έντονη, αλλά το ξύσιμο μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα και να προκαλέσει τραυματισμούς στο δέρμα.

Διατροφή:

  • Ακολουθήστε μια υγιεινή διατροφή: Περιλάβετε στη διατροφή σας άφθονα φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής αλέσεως και άπαχη πρωτεΐνη. Μειώστε τους υδατάνθρακες.
  • Μειώστε την κατανάλωση αλκοόλ και καπνού: Το αλκοόλ και το κάπνισμα μπορούν να επιδεινώσουν τα συμπτώματα της ψωρίασης.
  • Πίνετε άφθονο νερό: Η ενυδάτωση είναι απαραίτητη για την υγεία του δέρματος.

Ψυχολογική υποστήριξη:

Η ψωρίαση μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχική σας υγεία. Η ψυχολογική υποστήριξη από έναν ψυχολόγο ή σύμβουλο μπορεί να σας βοηθήσει να διαχειριστείτε το άγχος, την κατάθλιψη και το στρες που σχετίζονται με την ασθένεια.

Συμβουλές για την καθημερινότητα:

  • Ενημερωθείτε για την ασθένεια: Η γνώση για την ψωρίαση μπορεί να σας βοηθήσει να διαχειριστείτε τα συμπτώματα και να βελτιώσετε την ποιότητα ζωής σας.
  • Επικοινωνήστε με άλλους ασθενείς: Η συμμετοχή σε ομάδες υποστήριξης μπορεί να σας προσφέρει συναισθηματική υποστήριξη και να σας βοηθήσει να μοιραστείτε τις εμπειρίες σας με άλλους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν την ίδια ασθένεια.
  • Μην αμελείτε τις ιατρικές σας εξετάσεις: Είναι σημαντικό να τηρείτε τα ραντεβού σας με τον δερματολόγο σας για να παρακολουθεί την εξέλιξη της ασθένειας και να προσαρμόζει τη θεραπεία σας, εάν χρειάζεται.

Συμπέρασμα:

Η ανάστροφη ψωρίαση είναι μια χρόνια ασθένεια, αλλά με την κατάλληλη θεραπεία και φροντίδα, μπορείτε να διαχειριστείτε τα συμπτώματα και να βελτιώσετε την ποιότητα ζωής σας.

Πηγές:


12-1200x586.jpg

Η γυροειδής αλωπεκία (τριχοφάγος) είναι μια αυτοάνοση υποτροπιάζουσα πάθηση κατά την οποία ο/η ασθενής χάνει ξαφνικά τρίχες από το τριχωτό της κεφαλής, τα φρύδια, τα βλέφαρα, τα γένια ή και το σώμα κατά πλάκες.

Οι υπάρχουσες μέχρι στιγμής θεραπείες περιορίζονται κυρίως στην κορτιζόνη ή άλλα ανοσοκατασταλτικά με αρκετές ανεπιθύμητες ενέργειες και με αποτελέσματα που ποικίλουν. Μια σχετικά νέα προσέγγιση είναι η επιλεκτική αναστολή της ιντερφερόνης γ και της ιντερλευκίνης 15 από ένα νέο φάρμακο, το baricitinib, ένα JK αναστολέα.

Δύο νέες μελέτες που έγιναν σε συνολικά 654 ενήλικες ασθενείς, με μέση ηλικία τα 38 έτη και διήρκησαν 12 χρόνια έδειξαν την αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου φαρμάκου ενάντια σε placebo.

Τα αποτελέσματα έδειξαν σχεδόν πλήρη κάλυψη των προσεβλημένων περιοχών (τουλάχιστον 80%) με χρήση

 

4 mg baricitinib: 37%

2 mg baricitinib: 21%

με placebo: 4%

Στις πιθανές επιπλοκές του φαρμάκου συγκαταλέγεται εμφάνιση ακμής, αυξημένα επίπεδα CK, LDL και HDL.

Στη Ελλάδα το φάρμακο κυκλοφορεί και συνταγογραφείται.


Vitiligo.jpg

Η λεύκη είναι μια συνήθης δερματοπάθεια κατά την οποία εμφανίζονται στο δέρμα λευκές πλάκες.

Η εμφάνιση των λευκών πλακών στο δέρμα οφείλεται σε βλάβη των μελανινοκυττάρων. Η λεύκη θεωρείται μια αυτοάνοση κατάσταση, κατά την οποία ο ίδιος ο οργανισμός καταστρέφει τα δικά του υγιή μελανινοκύτταρα.

Πολλές έρευνες συσχετίζουν την διατροφή με την εμφάνιση της λεύκης, επίσης συσχετίζουν μια υγιή διατροφή με την διακοπή της εξέλιξης της λεύκης.

Είναι γνωστό ότι οι αυτοάνοσες  ασθένειες απαιτούν μια υγιή και ισορροπημένη διατροφή.

 

Βιταμίνη Β12 και Φολλικό οξύ

Διατροφή πλούσια σε θρεπτικά συστατικά όπως βιταμίνη Β12 και φολλικό οξύ είναι απαραίτητη. Τροφές πλούσιες σε αυτά τα συστατικά είναι τα αυγά, τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά και τα γαλακτοκομικά.

Η έλλειψη της Β12 οδηγεί σε αύξηση της ομοκυστεΐνης μιας ουσία που καταστρέφει τη μελανίνη του δέρματος.

 

Αντιοξειωτικές ουσίες

Είναι γνωστό ότι οι αντιοξειδωτικές ουσίες εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες. Τα αντιοξειδωτικά υπάρχουν άφθονα σε φρούτα, λαχανικά και σπόρους.

 

Βιταμίνης C

Ο ρόλος της βιταμίνης C που περιέχεται σε πολλά φρούτα είναι αμφιλεγόμενος. Ορισμένες θεωρίες ισχυρίζονται ότι τα όξινα φρούτα όπως λεμόνι και πορτοκάλι θα πρέπει να αποφεύγονται καθώς  εντείνουν το πρόβλημα.

Ωστόσο άλλες θεωρίες τονίζουν ότι η βιταμίνη C είναι ισχυρό αντιοξειδωτικό και βοηθάει για ένα υγειές δέρμα.

 

Τρόφιμα

Τροφές που θα πρέπει να αποφεύγονται είναι το σκόρδο, το αλκοόλ, η σόδα, το κόκκινο κρέας, οι σοκολάτες, τα καυτερά φαγητά και οποιαδήποτε τροφή έχει υποστεί έντονη επεξεργασία και περιέχει πολλά χημικά, συντηρητικά και πρόσθετα χρώματα. Οι τροφές αυτές  έχουν επίπτωση στο ανοσοποιητικό σύστημα και επιτείνουν το πρόβλημα της λεύκης.

 

Αλλεργιογόνα

Πολλές αλλεργιογόνες ουσίες μπορούν να προκαλέσουν μια έντονη φλεγμονώδη αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος με τελικό αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η βλάβη των μελανινικυττάρων.

 

Ενυδάτωση

Σημαντικό ρόλο εκτός από τη σωστή διατροφή παίζει και η επαρκής ενυδάτωση.

 

Τσιγάρο και αλκοόλ

Το τσιγάρο και το αλκοόλ αποδεδειγμένα δρουν αρνητικά στο ανοσοποιητικό σύστημα και καταστρέφουν πολλές βιταμίνες στον οργανισμό. Ο καπνιστής χρειάζεται πέντε φορές περισσότερη βιταμίνη C από τον μη καπνιστή και η κατάχρηση αλκοόλ οδηγεί σε έλλειψη συμπλέγματος βιταμινών B κυρίως της B12.

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Η λεύκη είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα και για την αντιμετώπισή της απαιτείται ένα άριστο ανοσοποιητικό σύστημα.


Lichen-planopilaris-1200x800.jpg

Ο θυλακικός ομαλός λειχήνας είναι μια πάθηση του τριχωτού της κεφαλής που δημιουργεί περιοχές κενές από τρίχες και συνοδεύεται από κνησμό, ερύθημα και λέπια γύρω από τις άρρωστες τρίχες. Η πάθηση αυτή είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα, άγνωστης αιτιολογίας. Φάρμακα, όπως τα υπερτασικά, ενδέχεται να προκαλέσουν την εμφάνιση του λειχήνα στο τριχωτό της κεφαλής. Ο θυλακικός λειχήνας προσβάλλει συχνότερα τις γυναίκες σε σχέση με τους άντρες.

Ο θυλακικός λειχήνας είναι η αιτία που προκαλεί το ένα τρίτο των περιπτώσεων ουλωτικής αλωπεκίας στο τριχωτό της κεφαλής. Στην ουλωτική αλωπεκία η απώλεια των τριχών είναι μόνιμη. Η ασθένεια έχει σαν αποκλειστική εντόπιση το τριχωτό της κεφαλής, στο 50% των περιπτώσεων δεν υπάρχουν βλάβες της νόσου στο υπόλοιπο σώμα. Η πάθηση προσβάλει κυρίως την κορυφή του τριχωτού αλλά και  τις υπόλοιπες περιοχές του.

Η εμφάνιση του θυλακικού λειχήνα ξεκινά με τοπικό κνησμό και τριχόπτωση και στη συνέχεια εμφανίζονται κενές πλάκες, αποψιλωμένες, με εικόνα ουλωτικής αλωπεκίας. Στο 50% των περιπτώσεων που οι εκδηλώσεις περιορίζονται στο τριχωτό της κεφαλής δηλαδή απουσιάζουν από το υπόλοιπο δέρμα, τα γεννητικά όργανα και τα νύχια, η διάγνωση είναι δύσκολη.

Η εικόνα του θυλακικού ομαλού λειχήνα είναι συχνά παρόμοια με άλλες φλεγμονές του δέρματος που προκαλούν τριχόπτωση, όπως ο ερυθηματώδης λύκος του δέρματος. Η βιοψία είναι μια απλή διαδικασία η οποία γίνεται στο χώρο του ιατρείου με τοπική αναισθησία και είναι απαραίτητη να γίνει από τον Δερματολόγο για την τελική και οριστική διάγνωση.

 

Ιδιαίτερες μορφές του θυλακικού λειχήνα

Σύνδρομο Graham-Little-Piccardi-Lassueur

Στο σύνδρομο αυτό συνδυάζονται οι βλάβες του θυλακικού ομαλού λειχήνα στο τριχωτό της κεφαλής με αλωπεκία στα φρύδια, στις μασχάλες και το εφήβαιο.

Το σύνδρομο αυτό παρατηρείται συχνότερα στις ενήλικες γυναίκες.

 

Ουλωτική αλωπεκία της μετωπιαίας χώρας

Η πάθηση αυτή προσβάλει γυναίκες σε περίοδο εμμηνόπαυσης  και εμφανίζεται με τοπική τριχόπτωση στη μετωπιαία και κροταφική περιοχή.

Το πάσχον δέρμα εμφανίζεται ωχρό, χωρίς διήθηση ή σκληρία και με ήπιο κνησμό. Παρουσιάζεται αραίωση έως και πλήρη απουσία των φρυδιών. Δεν παρατηρούνται βλάβες ομαλού λειχήνα σε άλλα σημεία του σώματος του ασθενή.

Η πάθηση επεκτείνεται προοδευτικά.

 

Θεραπεία

Ο Δερματολόγος θα προτείνει την απαραίτητη θεραπευτική αγωγή ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της εκδήλωσης της νόσου.

Η βασική θεραπεία είναι τα κορτικοστεροειδή σε τοπική εφαρμογή ή σε λήψη από το στόμα.

Ιδιαίτερη θεραπευτική επιλογή αποτελούν οι ενδοβλαβικές ενέσεις στο πάσχον δέρμα, με κορτιζόνη βραδείας αποδέσμευσης και παρατεταμένης δράσης. Οι ενέσεις γίνονται ανά δυο με τρεις εβδομάδες. Η θεραπεία εφαρμόζεται αποκλειστικά από τον Δερματολόγο ο οποίος έχει την κατάλληλη εκπαίδευση και εμπειρία.

Άλλες εναλλακτικές θεραπείες, όπως τα ρετινοειδή και τα συνθετικά ανθελονοσιακά, εφαρμόζονται κατά περίπτωση.

 

Συμπερασματικά

Ο θυλακικός λειχήνας, εάν δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα, οδηγεί σε θέσεις στο τριχωτό  της κεφαλής μόνιμα κενές από τρίχες και σε προοδευτική επιδείνωση και επέκταση της κατάστασης.

Ο ασθενής με τα πρώτα συμπτώματα πρέπει να θορυβηθεί και να επισκεφτεί άμεσα τον Δερματολόγο του για την  έγκαιρη διάγνωση και την κατάλληλη θεραπεία.


lupus-1200x674.jpg

Ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (ΣΕΛ) μπορεί να προκαλέσει διάφορα συμπτώματα, τα πιο κοινά από τα οποία είναι πόνος στις αρθρώσεις, δερματικά εξανθήματα και κόπωση. Προβλήματα με τα νεφρά και άλλα όργανα μπορούν να εμφανιστούν σε σοβαρές περιπτώσεις. Η θεραπεία περιλαμβάνει και αντιφλεγμονώδη παυσίπονα για να καταπραΰνουν τους πόνους στις αρθρώσεις, στεροειδή ή και άλλα φάρμακα.

 

Τι είναι ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (SLE);

ΣΕΛ είναι μια επίμονη, χρόνια ασθένεια που προκαλεί φλεγμονή σε διάφορα μέρη του σώματος. Η κοινή της ονομασία είναι «λύκος». Η ασθένεια μπορεί να είναι από ήπια έως σοβαρή. Υπάρχουν δύο κύριες μορφές λύκου. Ο δισκοειδής λύκος επηρεάζει μόνο το δέρμα. Η άλλη μορφή είναι ο ΣΕΛ, ο οποίος προσβάλει το δέρμα, τις αρθρώσεις και εσωτερικά όργανα όπως την καρδιά ή τους νεφρούς.

 

Ποιος μπορεί να προσβληθεί από συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ);

Ο ΣΕΛ προσβάλλει περίπου 5 στα 10.000 άτομα. Είναι δέκα φορές πιο συχνή στις γυναίκες παρά στους άνδρες. Συνήθως αναπτύσσεται σε γυναίκες ηλικίας μεταξύ 20 και 40. Ωστόσο, οποιοσδήποτε σε οποιαδήποτε ηλικία μπορεί να προσβληθεί. Είναι πιο συχνή σε άτομα από την Αφρική, την Ασίας και την Κίνα. Παρά το γεγονός ότι ο ΣΕΛ μπορεί να εμφανιστεί σε οικογένειες, μόνο τα 3 στα 100 παιδιά ασθενών με ΣΕΛ θα αναπτύξουν πραγματικά την ασθένεια.

 

Τι προκαλεί συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ);

Ο ΣΕΛ είναι μία αυτοάνοση ασθένεια. Αυτό σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο προστατεύει τον οργανισμό από μολύνσεις, επιτίθεται λανθασμένα σε υγιή κύτταρα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα και μπορεί να καταστρέψει τμήματα του σώματος. Άλλες αυτοάνοσες ασθένειες είναι ο διαβήτης, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και οι διαταραχές του θυρεοειδούς.

 

Δεν είναι γνωστή η αιτία που προκαλεί τον ΣΕΛ. Πιθανές αιτίες είναι λοιμώξεις, φάρμακα όπως για παράδειγμα, μινοκυκλίνη ή υδραλαζίνη, το φως του ήλιου και άλλες. Οι ορμονικές αλλαγές μπορεί να παίζουν ρόλο στον ερυθηματώδη λύκο, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί είναι ασθένεια πιο κοινή σε γυναίκες.

 

Ποια είναι τα συμπτώματα του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου (ΣΕΛ);

Τα συμπτώματα και η σοβαρότητα του ΣΕΛ ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των ανθρώπων. Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται κόπωση, παρουσιάζουν απώλεια βάρους και ήπιο πυρετό.

Επιπλέον, ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστεί:

 

Μυϊκοί πόνοι

Οι περισσότεροι άνθρωποι με ΣΕΛ εμφανίζουν μυϊκούς πόνους. Μερικές φορές επηρεάζονται κάποιες αρθρώσεις, ενώ άλλες φορές επηρεάζονται περισσότερες αρθρώσεις. Οι αρθρώσεις των χεριών και των ποδιών τείνουν να είναι αυτοί που πλήττονται περισσότερο. Οι πόνοι μπορεί να μεταπηδούν από άρθρωση σε άρθρωση. Η δυσκαμψία των αρθρώσεων είναι κοινή και είναι συνήθως χειρότερη το πρωί. Ήπιο οίδημα στις αρθρώσεις μπορεί να εμφανιστεί, αλλά σοβαρή αρθρίτιδα με αρθρική βλάβη είναι ασυνήθιστη.

 

Δέρμα, στόμα και μαλλιά

Ένα κόκκινο εξάνθημα που αναπτύσσεται πάνω από τα μάγουλα και τη μύτη είναι συνηθισμένο και αναφέρεται ως «εξάνθημα πεταλούδα». Άλλες περιοχές του δέρματος που εκτίθενται στον ήλιο όπως καρποί των χεριών, κλπ μπορούν επίσης να εμφανίσουν εξάνθημα. Περίπου 6 στους 10 ανθρώπους με ΣΕΛ ανακαλύπτουν ότι το δέρμα τους είναι πολύ ευαίσθητο στο φως του ήλιου. Διάφορα άλλα εξανθήματα μπορούν επίσης να αναπτυχθούν. Τα αιμοφόρα αγγεία κάτω από το δέρμα μπορεί να επηρεαστούν και να προκληθεί κακή κυκλοφορία στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών, φαινόμενο Raynaud. Έλκη στο στόμα είναι συχνό φαινόμενο σε άτομα με ΣΕΛ. Τριχόπτωση και αλωπεκία, μπορεί να εμφανιστούν. Οποιαδήποτε απώλεια μαλλιών τείνει να είναι χαμηλής επιθετικότητας και να προκαλέσει «αραίωση» στα μαλλιά και όχι φαλάκρα. Ωστόσο, αρκετά σοβαρή απώλεια μαλλιών μερικές φορές εμφανίζεται, αν και η τρίχα αναπτύσεται πάλι όταν ο ΣΕΛ είναι λιγότερο επιθετικός.

 

Αίμα και λέμφος

Μια ήπια αναιμία είναι κοινή. Άλλα προβλήματα στο αίμα, όπως η μείωση του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων ή αιμοπεταλίων, είναι λιγότερο συχνά. Μια τάση για σχηματισμό θρόμβων στο αίμα είναι μια ασυνήθιστη επιπλοκή. Μερικοί λεμφαδένες μπορεί να πρηστούν.

 

Καρδιά και πνεύμονες

Οι ιστοί που καλύπτουν την καρδιά και τους πνεύμονες, ο υπεζωκότας και το περικάρδιο, μπορεί να παρουσιάσουν φλεγμονή. Αυτό μπορεί να προκαλέσει πόνους στα πλευρά στο θώρακα, πλευρίτιδα, ή πόνο στο στήθος, περικαρδίτιδα. Η καρδιά ή ο πνεύμονας επηρεάζονται λιγότερο συχνά.

 

Νεφρά

Περίπου 1 στους 3 ανθρώπους με ΣΕΛ μπορεί να εμφανίσει φλεγμονή των νεφρών, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια πρωτεϊνών από τους νεφρούς και αίμα στα ούρα. Αυτό συνήθως δεν προκαλεί ανησυχία, εκτός εάν η ασθένεια είναι πολύ σοβαρή. Η νεφρική ανεπάρκεια είναι μια ασυνήθιστη επιπλοκή.

 

Εγκέφαλος και νευρικό σύστημα

Προβλήματα ψυχικής υγείας σε ασθενείς με ΣΕΛ είναι αρκετά κοινά και περιλαμβάνουν την κατάθλιψη και το άγχος. Αν και μια ήπια κατάθλιψη μπορεί να είναι μέρος της ίδιας της νόσου μπορεί επίσης να οφείλεται σε αντίδραση του ασθενή ο οποίος αισθάνεται ότι έχει μια σοβαρή ασθένεια να αντιμετωπίσει. Δεν είναι ασυνήθιστο για τους ανθρώπους να έχουν δυσκολίες στην αντιμετώπιση του ΣΕΛ. Είναι σημαντικό να μοιραστούν τα συναισθήματα τους με το γιατρό τους, καθώς η θεραπεία μπορεί να είναι πραγματικά επωφελής. Περιστασιακά, φλεγμονή του εγκεφάλου μπορεί να οδηγήσει σε επιληψία, πονοκεφάλους, ημικρανίες και άλλες συνθήκες.

 

Ποια η εξέληξη του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου (ΣΕΛ);

Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα συμπτώματα αναπτύσσονται αρκετά αργά. Στην αρχή μπορεί να γίνει σύγχηση με άλλα προβλήματα, καθώς υπάρχουν πολλές πιθανές αιτίες για πόνους στις αρθρώσεις και κόπωση. Μερικές φορές πολλά συμπτώματα εμφανίζονται μαζί.

 

Τα συμπτώματα κυμαίνονται από ήπια έως σοβαρά. Για παράδειγμα:

 

Ήπιος ΣΕΛ. Πολλοί άνθρωποι με ΣΕΛ έχουν μόνο κοινά ή δερματικά συμπτώματα σε συδιασμό με κόπωση. Αυτά είναι δυσάρεστα συμπτώματα, αλλά μη σοβαρά ή απειλητικά για τη ζωή.

Μέτριος ΣΕΛ. Αυτός περιλαμβάνει κάποια φλεγμονή τμημάτων του σώματος εκτός από τις αρθρώσεις και το δέρμα. Μπορεί να περιλαμβάνει πλευρίτιδα, περικαρδίτιδα ή ήπια φλεγμονή των νεφρών.

Σοβαρός ΣΕΛ. Σε μερικές περιπτώσεις εμφανίζεται σοβαρή φλεγμονή η οποία μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα όργανα όπως η καρδιά, τους πνεύμονες, τον εγκέφαλο ή τα νεφρά. Μπορεί ακόμη να είναι απειλητικά για τη ζωή.

Πολλές φορές η νόσος παρουσιάζει εξάρσεις και υποτροπές και τα συμπτώματα επιδεινώνονται για μερικές εβδομάδες, μερικές φορές και περισσότερο. Αυτές οι υποτροπές έχουν την τάση να εναλλάσσονται με στιγμές όταν τα συμπτώματα ηρεμήσουν και έχουμε ύφεση της νόσου. Ο λόγος για τον οποίο τα συμπτώματα φουντώνουν δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητός.

 

Πώς γίνεται η διάγνωση του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου (ΣΕΛ);

Αν τα συμπτώματά σας υποδεικνύουν ΣΕΛ, ο γιατρός σας θα σας υποδείξει να κάνετε κάποιες εξετάσεις αίματος. Οι περισσότεροι άνθρωποι με ΣΕΛ έχουν αντισώματα στο αίμα τους που ονομάζονται αντιπυρηνικά αντισώματα. Τα αντισώματα είναι μικρές πρωτεΐνες που αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος. Ένα άλλο αντίσωμα που ονομάζεται αντι-δίκλωνου DNA είναι συχνά παρον σε ανθρώπους με ΣΕΛ. Βεβαίως τα αντισώματα αυτά μπορούν να εμφανιστούν σε ανθρώπους που δεν πάσχουν από ΣΕΛ. Τυπικά συμπτώματα σε συνδυασμό με τα υψηλά επίπεδα ορισμένων αντισωμάτων δείχνουν συνήθως ότι υπάρχει ο ΣΕΛ.

 

Μόλις ο ΣΕΛ διαγνωστεί, συνιστάται να γίνονται τακτικοί έλεγχοι και δοκιμές. Για παράδειγμα απαιτούνται τακτικές εξετάσεις αίματος για τον έλεγχο εμφάνισης αναιμίας και εξετάσεις ούρων για να τον έλεγχο ύπαρξης προβλημάτων στα νεφρά. Μια εξέταση αίματος για τη μέτρηση ενός χημικού του αίματος που ονομάζεται «συμπλήρωμα» (ένα άλλο μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος) μπορεί να αξιολογήσει την δραστικότητα της νόσου. Το επίπεδο αυτής της χημικής ουσίας αντικατοπτρίζει το πόσο «ενεργή» είναι η ασθένεια.

 

Άλλες εξετάσεις συμπεριλαμβανομένων τομογραφιών και ακτίνων Χ μπορούν να βοηθήσουν στον έλεγχο της λειτουργίας της καρδιάς, των νεφρών και άλλων οργάνων, αν η νόσος θεωρείται ότι επηρεάζει αυτές τις περιοχές του σώματος.

 

Ποιες είναι οι θεραπείες για συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ);

Αν και δεν υπάρχει θεραπεία για τον ΣΕΛ συνήθως τα συμπτώματα μπορούν να ελεγχθούν. Οι περισσότεροι άνθρωποι με ΣΕΛ επισκέπτονται τακτικά έναν δερματολόγο που παρέχει συμβουλές σχετικά με τη θεραπεία. Οι θεραπείες μπορούν να ποικίλουν από καιρό σε καιρό, ανάλογα με τη σοβαρότητα της νόσου ή τις εξάρσεις της, ανάλογα με τα συμπτώματα και επίσης ανάλογα με ποιά μέρη του σώματος επηρεάζονται. Μπορεί ακόμη και να μην χρειάζεται καμία θεραπεία αν τα συμπτώματα είναι πολύ ήπια.

 

Θεραπευτικές επιλογές:

 

Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ)

Συχνά τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα αποκαλούνται αντιφλεγμονώδη παυσίπονα και προτείνονται για την αντιμετώπιση κοινών ή μυϊκών πόνων. Παραδείγματα αυτών των φαρμάκων είναι η ιβουπροφαίνη, η ναπροξένη και δικλοφενάκη. Οι κύριες πιθανές παρενέργειες από τα ΜΣΑΦ είναι προβλήματα στο στομάχι και το έντερο, όπως πόνος ή αιμορραγία στο στομάχι. Εάν είναι απαραίτητο, μπορούν να δωθούν άλλα φάρμακα για την προστασία από αυτές τις πιθανές παρενέργειες.

 

Υδροξυχλωροκίνη

Η υδροξυχλωροκίνη είναι συχνά αποτελεσματική στη βελτίωση των προβλημάτων του δέρματος, στην κόπωση και τους πόνους στις αρθρώσεις που δεν ελέγχονται ικανοποιητικά με ΜΣΑΦ. Δεν είναι σαφές το πώς λειτουργεί αυτό το φάρμακο στον ερυθηματώδη λύκο. Μπορεί να χρειαστούν 6-12 εβδομάδες για να καταστεί πλήρως αποτελεσματική. Η δόση μειώνεται συχνά σε μια χαμηλότερη δόση «συντήρησης» όταν τα συμπτώματα έχουν υποχωρήσει. Πολλοί άνθρωποι με ΣΕΛ λαμβάνουν αυτό το φάρμακο μακροπρόθεσμα να να αποτρέψουν την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Οι παρενέργειες είναι σπάνιες. Η πιο σοβαρή παρενέργεια είναι βλάβη στο μάτι, που είναι ασυνήθιστη. Ο γιατρός σας είναι πιθανό να ελέγξει την όρασή σας πριν ξεκινήσετε την θεραπεία και στη συνέχεια μια φορά το χρόνο. Εάν παίρνετε αυτό το φάρμακο και παρατηρήσετε οποιεσδήποτε αλλαγή στην όρασή σας, θα πρέπει άμεσα να ενημερώσετε τον γιατρό.

 

Στεροειδή

Τα δισκία στεροειδών συνήθως συνιστώνται αν εμφανίσετε πιο σοβαρά συμπτώματα. Η δόση που χορηγείται συνήθως είναι η χαμηλότερη δυνατή, προκειμένου να μειωθούν τυχόν παρενέργειες από τα στεροειδή. Πιθανές παρενέργειες μπορούν να εμφανιστούν αν ληφθούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Τέτοιες παρενέργειες είναι η «αραίωση» των οστών, οστεοπόρωση, η λέπτυνση του δέρματος, η αύξηση βάρους, η απώλεια μυϊκής μάζας, η υψηλή πίεση του αίματος και άλλες.

 

Ανοσοκατασταλτικά

Φάρμακα όπως η αζαθειοπρίνη, κυκλοσπορίνη, κυκλοφωσφαμίδη, μεθοτρεξάτη και μυκοφαινολάτης μοφετίλ μπορεί να συνιστώνται εάν έχετε σοβαρή ΣΕΛ. Αυτά τα φάρμακα είναι γνωστά ως «ανοσοκατασταλτικά» επειδή λειτουργούν στην καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος. Μία παρενέργεια αυτών των φαρμάκων είναι το γεγονός ότι θα είστε πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση λοιμώξεων. Εάν πάρετε ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, θα πρέπει να κάνετε τακτικές εξετάσεις αίματος και ούρων για να ελέγχετε πιθανές παρενέργειες.

 

Belimumab είναι φάρμακο που ονομάζεται βιολογικό και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σοβαρές ΣΕΛ.

 

Ποια είναι η πρόγνωση για τα άτομα με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ);

Οι περισσότεροι άνθρωποι με ΣΕΛ ζουν μια ενεργό και φυσιολογική ζωή. Η πρόγνωση για τα άτομα με ΣΕΛ είναι πολύ καλύτερη από ό, τι ήταν στο παρελθόν. Σύγχρονες θεραπείες είναι πιο αποτελεσματικές. Για πολλούς ανθρώπους με ΣΕΛ, τα συμπτώματα είναι ήπια ή μέτρια με μικρό κίνδυνο για τη ζωή τους. Τα κοινά και σε σχέση με το δέρμα συμπτώματα μπορεί να συνεχιστούν, αλλά συνήθως υποχωρούν με τη θεραπεία. Για τους περισσότερους ανθρώπους με ΣΕΛ, η νόσος εξελίσσεται μέσα σε δέκα χρόνια οπότε, αν τα σοβαρά προβλήματα δεν έχουν αναπτυχθεί σε αυτό το χρονικό διάστημα, τότε είναι πιθανό να μην εμφανιστούν ποτέ.

 

Για μερικούς ανθρώπους, ο ΣΕΛ είναι νόσος σοβαρή και ίσως απειλητική για τη ζωή. Σοβαρή φλεγμονή των νεφρών, που οδηγεί σε νεφρική ανεπάρκεια, σπάνια μπορεί να συμβεί. Σοβαρή εμπλοκή του εγκεφάλου είναι επίσης σπάνια, αλλά μπορεί να συμβούν και να είναι πολύ σοβαρές. Ωστόσο, οι σύγχρονες ανοσοκατασταλτικές θεραπείες έχουν βελτιώσει τις προοπτικές, ακόμη και για τα άτομα με σοβαρή νόσο. Σε μερικούς ανθρώπος τα συμπτώματα εγκατασταθίστανται στη μέση ηλικία.

 

Οδηγίες σχετικά με τον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ)

Αποφύγετε τον ήλιο.

Ισχυρή ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα του ΣΕΛ. Μακρυμάνικα ρούχα και μεγάλα καπέλα είναι τα καλύτερα τον ηλιόλουστο καιρό. Τις ζεστές ηλιόλουστες ημέρες θα πρέπει να φοράτε ένα αντηλιακό για το εκτεθειμένο δέρμα, με δείκτη προστασίας 25 ή παραπάνω για την προστασία από την UVA και UVB.

Προσπαθήστε να αποφύγετε τις μολύνσεις.

Αν έχετε ΣΕΛ είστε πιο επιρρεπείς σε λοιμώξεις, ιδιαίτερα εάν παίρνετε στεροειδή ή ανοσοκατασταλτικά φάρμακα. Αποφύγετε την επαφή με τους ανθρώπους που έχουν λοιμώξεις.

Εγκυμοσύνη.

Παρά το γεγονός ότι η γονιμότητα δεν επηρεάζεται συνήθως σε άτομα με ΣΕΛ, κάποιες γυναίκες έχουν μια υψηλότερη πιθανότητα αποβολής του εμβρύου. Οι γυναίκες που έχουν φλεγμονή των νεφρών, λόγω της ΣΕΛ, μπορεί να εμφανίσουν υψηλή αρτηριακή πίεση κατά την εγκυμοσύνη. Ωστόσο, οι περισσότερες γυναίκες με ήπιο ή καλά ελεγχόμενο ΣΕΛ κατά την έναρξη της εγκυμοσύνης είναι πιθανόν η εγκυμοσύνη να προχωρήσει με μικρά προβλήματα.

Δεν μπορούν να λαμβάνονται ορισμένα αντισυλληπτικά χάπια ανάλογα με τη σοβαρότητα της νόσου. Ο γιατρός σας θα σας συμβουλεύσει σχετικά με την καλύτερη μέθοδο αντισύλληψης.


Vitiligo.jpg

Η λεύκη είναι μία χρόνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από τμήματα του δέρματος τα οποία έχουν χάσει τη χρωστική τους ουσία. Τα κύτταρα της χρωστικής του δέρματος πεθαίνουν ή δεν είναι σε θέση να λειτουργήσουν. Η αιτία της λεύκης είναι άγνωστη εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουμε επαφή με ορισμένες χημικές ουσίες. Έρευνες δείχνουν ότι η λεύκη μπορεί να οφείλεται σε αυτοάνοση, γενετική, νευρογενή, ή ιογενή αιτία καθώς και σε οξειδωτικό στρες.

Η λεύκη συνήθως ταξινομείται σε δύο κύριες κατηγορίες:

Τμηματική Λεύκη και Γενικευμένη Λεύκη

Οι μισοί από τους πάσχοντες παρουσιάζουν τη διαταραχή πριν την ηλικία των 20 ετών, αν και οι περισσότεροι θα εμφανίσουν πρόβλημα πριν από την ηλικία των 40.

Η παγκόσμια συχνότητα εμφάνισης της λεύκης είναι μικρότερη από 1% και σε ορισμένες εθνότητες 2-3%, σπανίως δε φτάνει έως το 16%. Οι αυτοάνοσες ασθένειες όπως η νόσος του Addison, η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 έχουν την τάση να εμφανίζονται πιο συχνά σε ανθρώπους με λεύκη.

Δεν υπάρχει γνωστή θεραπεία αλλά πολλές θεραπευτικές επιλογές όπως τοπικά στεροειδή, αναστολείς καλσινευρίνης, και φωτοθεραπεία.

 

Ταξινόμηση

Υπάρχουν διάφορα συστήματα ταξινόμησης, πρόσφατα έχει καθιερωθεί ένα σύστημα ταξινόμησης σε τμηματική λεύκη (SV) και μη-τμηματική λεύκη (NSV). Ο NSV τύπος είναι ο πιο κοινός τύπος λεύκης.

 

Μη-τμηματική εντόπιση (NSV)

Στην μη-τμηματική λεύκη (NSV), υπάρχει συνήθως μια μορφή συμμετρίας των αποχρωματισμένων πλακών. Νέες βλάβες εμφανίζονται με την πάροδο του χρόνου και μπορεί η πάθηση να γενικευθεί σε μεγάλα τμήματα του σώματος ή να παραμείνει εντοπισμένη σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Λεύκη με παραμονή ήπιας χρώσης του δέρματος αναφέρεται ως λεύκη universalis. Η NSV μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, σε αντίθεση με την τμηματική λεύκη, η οποία είναι πολύ πιο διαδεδομένη στην εφηβεία.

 

Κατηγορίες μη τμηματικής λεύκης:

 

Γενικευμένη Λεύκη: Είναι το πιο κοινό μοτίβο, μεγάλες και τυχαία κατανεμημένες περιοχές αποχρωματισμού.

Καθολική Λεύκη: Ο αποχρωματισμός καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του σώματος.

Εστιακή Λεύκη: Μια ή λίγες διάσπαρτες κηλίδες σε μια περιοχή. Εμφανίζεται πιο συχνά σε παιδιά.

Acrofacial Λεύκη: Εμφανίεται κυρίως στα δάχτυλα και σε περιοχές του προσώπου.

Λεύκη Βλεννογόνου: Αποχρωματισμός μόνο στους βλεννογόνους.

 

Τμηματική εντόπιση (SV)

Η τμηματική λεύκη (SV) διαφέρει όσο αφορά στην εντόπιση, στην αιτία και στη συσχέτιση με άλλες ασθένειες. Η θεραπεία της είναι διαφορετική από εκείνη της NSV λεύκης. Συνήθως εμφανίζεται σε περιοχές του δέρματος που σχετίζονται με συγκεκριμένο αισθητικό νεύρο (δερμοτόμιο). Εξαπλώνεται πολύ πιο γρήγορα από την NSV και δεν συσχετίζεται με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα. Ανταποκρίνεται πολύ καλά στην τοπική θεραπεία.

 

Κλινική εικόνα και συμπτώματα

 

Λεύκη σε ανοιχτόχρωμο δέρμα

 

Λεύκη σε σκούρο δέρμα

Η μόνη εκδήλωση της λεύκης είναι η παρουσία αποχρωματισμένων περιοχών του δέρματος συνήθως στα άκρα. Οι κηλίδες αυτές είναι αρχικά μικρές, αλλά συχνά μεγαλώνουν και αλλάζουν σχήμα. Η εντόπιση στο πρόσωπο, τα χέρια και τους καρπούς απασχολεί περισσότερο τους ασθενείς. Η απώλεια της μελάγχρωσης του δέρματος είναι ιδιαίτερα αισθητή και συχνή στο δέρμα γύρω από σωματικές κοιλότητες, όπως το στόμα, τα μάτια, τα ρουθούνια, τα γεννητικά όργανα και τον ομφαλό. Ασθενείς με λεύκη μπορεί να εμφανίσουν κατάθλιψη και γενικότερα διαταραχές της διάθεσης.

 

Αιτίες

Έχουν προταθεί πολλές θεωρίες σχετικά με την αιτιολογία της λεύκης όμως φαίνεται ότι υπάρχη διαταραχή στο ανοσοποιητικό σύστημα. Η λεύκη είναι μία πολυπαραγοντική νόσος με γενετική προδιάθεση και επιβάρυνση από περιβαλλοντικούς παράγοντες.

 

Το γονίδιο TYR κωδικοποιεί την πρωτεΐνη τυροσινάση, το οποίο δεν είναι ένα συστατικό του ανοσοποιητικού συστήματος, αλλά είναι ένα ένζυμο των μελανοκυττάρων που καταλύει τη βιοσύνθεση της μελανίνης, και είναι ένα σημαντικό αυτοαντιγόνο στη γενικευμένη λεύκη. Έχει ενοχοποιηθεί το ιστορικό ηλιακών εγκαυμάτων ως μια επί πλέον αιτία πρόκλησης της ασθένειας.

 

Ανοσοποιητικό

Έχουν παρατηρηθεί παραλλαγές σε γονίδια του ανοσοποιητικού συστήματος ή των μελανοκυττάρων. Πιστεύεται ότι το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται και καταστρέφει τα μελανοκύτταρα του δέρματος.

 

Αυτοάνοση και άλλες παθήσεις

Η λεύκη μερικές φορές συνυπάρχει με αυτοάνοσες και φλεγμονώδεις νόσους, όπως θυρεοειδίτιδα Hashimoto, σκληροδερμία, ρευματοειδής αρθρίτιδα, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, ψωρίαση, νόσος του Addison, κακοήθης αναιμία, γυροειδής αλωπεκία, και συστηματικός ερυθηματώδης λύκος.

 

Μεταξύ των φλεγμονωδών προϊόντων NALP1 είναι η κασπάση 1 και κασπάση 7, οι οποίες ενεργοποιούν την φλεγμονώδη κυτοκίνη ιντερλευκίνη-1β. Η ιντερλευκίνη-1β εκφράζεται σε υψηλά επίπεδα σε ασθενείς με λεύκη. Σε μία από τις μεταλλάξεις, η λευκίνη αμινοξέων στην πρωτεΐνη NALP1 αντικαταστάθηκε από ιστιδίνη (Leu155-> His).

Διάγνωση

Ένα υπεριώδες φως (λυχνία Wood) μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην πρώιμη φάση της νόσου για την ταυτοποίηση και για να καθοριστεί η αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Το δέρμα με λεύκη, όταν εκτίθεται σε λυχνία Wood, έχει μπλε απόχρωση. Σε αντίθεση, υγιές δέρμα δεν έχει καμία αντίδραση.

 

Διαφορική διάγνωση

Νοσήματα με παρόμοια εικόνα είναι:

 

Pityriasis Alba

Μεταφλεγμονώδης υποχρωματισμός

Ποικιλόχρους Πιτυρίαση

Αλβινισμός

Ιδιοπαθής σταγονοειδής υπομελάνωση

Προοδευτική ωχρά υπομελάνωση

Πρωτογενής ανεπάρκεια των επινεφριδίων

 

Θεραπεία

Δεν υπάρχει μια θεραπεία για τη λεύκη, αλλά διαθέτουμε πολλές θεραπευτικές επιλογές. Οι θεραπείες με την καλλίτερη ανταπόκριση είναι η χορήγηση στεροειδών και η φωτοθεραπεία. Οι βλάβες που βρίσκεται στα χέρια, τα πόδια, και τις αρθρώσεις είναι πιο δύσκολο να επαναχρωματιστούν. Βλάβες στο πρόσωπο είναι πιο εύκολο να επιστρέψουν στο φυσικό χρώμα του δέρματος.

Update 2023: Οι νέοι JAK αναστολείς εμφανίζουν εξαιρετικά αποτελέσματα, είμαστε εν αναμονή της έγκρισής τους για την χρήση σε ασθενείς με λεύκη!

 

Ανοσολογικοί μεσολαβητές

Τα τοπικά σκευάσματα ανοσολογικής καταστολής όπως γλυκοκορτικοειδή και αναστολείς της καλσινευρίνης θεωρούνται ως πρώτης γραμμής θεραπεία της λεύκη.

 

Φωτοθεραπεία

Η φωτοθεραπεία θεωρείται θεραπεία δεύτερης γραμμής για την λεύκη. Η έκθεση του δέρματος σε φως UVB είναι η πιο κοινή θεραπεία της λεύκης. Οι θεραπείες μπορεί να γίνουν στο σπίτι με μια λυχνία UVB ή σε στο ιατρείο. Ο χρόνος έκθεσης ρυθμίζεται από τον γιατρό βάσει πρωτοκόλλου. Η θεραπεία μπορεί να διαρκέσει μερικές εβδομάδες έως το πολύ 3 χρόνια. Οι συνεδρίες φωτοθεραπείας γίνονται 2-3 φορές την εβδομάδα. Ο συνδυασμός της UVB φωτοθεραπείας με άλλες τοπικές θεραπείες ενισχύει τον επαναχρωματισμό.

 

Θεραπεία με υπεριώδες φως (UVA) συνήθως γίνεται σε κλινική. Θεραπεία με Psoralen και υπεριώδες Α φως (PUVA) περιλαμβάνει τη λήψη φαρμάκου που αυξάνει την ευαισθησία του δέρματος σε υπεριώδη ακτινοβολία, και ακολουθεί έκθεση του δέρματος σε υψηλές δόσεις UVA. Η θεραπεία γίνεται δύο φορές την εβδομάδα για 6-12 μήνες ή περισσότερο. Λόγω των υψηλών δόσεων της UVA και του ψωραλένιου, η PUVA μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες, όπως αντιδράσεις τύπου ηλιακού εγκαύματος ή εμφάνιση φακίδων.

 

Φωτοθεραπεία με στενής ζώνης υπεριώδη Β (NBU VB) στερείται των παρενεργειών που προκαλούνται από τα ψωραλένια και είναι τόσο αποτελεσματική όσο PUVA. Η θεραπεία πραγματοποιείται δύο φορές την εβδομάδα στο ιατρείο ή στο σπίτι και δεν υπάρχει καμία ανάγκη να χρησιμοποιηθεί ψωραλένιο.

 

Make up

Σε ήπιες περιπτώσεις λεύκης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί makeup ή άλλα καλλυντικά.

 

Αποχρωματισμός

Σε περιπτώσεις εκτεταμένης λεύκης η επιλογή μιας αποχρωματικής ουσίας για αποχρωματισμό του ανεπηρέαστου δέρματος με τοπικά φάρμακα είναι μια λύση. Φάρμακα που αποχρωματίζουν το δέρμα είναι τα: μονοβενζόνη, mequinol, υδροκινόνη. Η χρησιμοποίηση της μενοβενζίνης δίνει αποχρωματισμό μόνιμο και έντονο. Ο αποχρωματισμός διαρκεί περίπου ένα χρόνο για να ολοκληρωθεί.

 

Ιστορία

Περιγραφές της νόσου χρονολογούνται από το 1500 π.Χ. στην αρχαία Αίγυπτο. Η λεύκανση του δέρματος αναφέρεται το 1400 π.Χ. σε ιερά Ινδικά κείμενα όπως το Atharvaveda καθώς και τις προσευχές Σίντο στην Ανατολική Ασία γύρω στο 1200 π.Χ.. Η εβραϊκή λέξη “Zora’at» από το βιβλίο Λευιτικό της Παλαιάς Διαθήκης, που χρονολογείται στο 1280 π.Χ., περιγράφει μια ομάδα ασθενειών του δέρματος που σχετίζονται με λευκές κηλίδες. Ιατρικές πηγές στον αρχαίο κόσμο, όπως ο Ιπποκράτης, συχνά δεν κάνουν διάκριση μεταξύ της λεύκης και της λέπρας και συχνά ομαδοποιούν αυτούς τους ασθενείς μαζί. Στην αραβική λογοτεχνία, η λέξη “alabras” έχει συσχετιστεί με λεύκη. Το όνομα «λεύκη» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Ρωμαίο γιατρό Κορνήλιο Κέλσους.

 

Ετυμολογία

Η ετυμολογία του όρου vitiligo (λεύκη) πιστεύεται ότι προέρχεται από το vitium, που σημαίνει ελάττωμα ή ψεγάδι.

 

Έρευνα

H Afamelanotide είναι στη φάση ΙΙ και ΙΙΙ των κλινικών δοκιμών για την λεύκη και για άλλες ασθένειες του δέρματος.

 

Ένα ακόμα φάρμακο που χρησιμοποιείται στη θεραπεία της ρευματοειδής αρθρίτιδας το tofacitinib, έχει δοκιμαστεί για τη θεραπεία της λεύκης.

 

Τον Οκτώβριο του 1992, δημοσιεύθηκε μια επιστημονική έκθεση σύμφωνα με την οποία έγινε επιτυχής μεταμόσχευση μελανοκυττάρων, σε ασθενείς με λεύκη, στις πληγείσες περιοχές, με αποτέλεσμα τον επαναχρωματισμό τους. Κατά τη διαδικασία αυτή λαμβάνεται ένα λεπτό στρώμα δέρματος συνήθως από την περιοχή των γλουτών του ασθενούς. Τα μελανοκύτταρα στη συνέχεια διαχωρίζονται με ειδική επεξεργασία. Η περιοχή προς αγωγή κατόπιν απογυμνώνεται με ειδικό εργαλείο και τα μοσχεύματα μελανοκυττάρων εφαρμόζονται στην περιοχή που πάσχει. Το 70% έως 85% των ασθενών εμφάνισε σχεδόν πλήρη επαναχρωμάτωση του δέρματός. Η μακροβιότητα του επαναχρωματισμού διέφερε από άτομο σε άτομο. Μέχρι τώρα, έχουν ανακαλφθεί αρκετοί τρόποι μεταμόσχευσης μελανυνοκυττάρων, μέσα σε αυτούς είναι και η μεταμόσχευση πρόδρομων μελανοκυττάρων που προέρχονται από θύλακες των τριχών.