Θυρεοειδίτιδα Χασιμότο
Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, επίσης γνωστή ως χρόνια λεμφοκυτταρική αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα, είναι μία αυτοάνοση νόσος στα πλαίσια της οποίας ο θυρεοειδής αδένας σταδιακά καταστρέφεται. Τα πρώτα χρόνια ύπαρξης της νόσου μπορεί να μην υπάρχουν συμπτώματα. Με την πάροδο του χρόνου ο θυρεοειδής μπορεί να διευρυνθεί σχηματίζοντας μια ανώδυνη βρογχοκήλη.
Μερικοί ασθενείς αναπτύσσουν τελικά υποθυρεοειδισμό με συνοδά συμπτώματα την αύξηση του σωματικού βάρους, ένα αίσθημα κόπωσης, τη δυσκοιλιότητα, την κατάθλιψη και γενικευμένους σωματικούς πόνους.
Μετά από πολλά χρόνια συνήθως ο θυρεοειδής συρρικνώνεται σε μέγεθος.
Η θυρεοειδίτιδα Χασιμότο πιστεύεται ότι οφείλεται σε έναν συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν ένα θετικό για τη νόσο ή για άλλο αυτοάνοσο νόσημα οικογενειακό ιστορικό. Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με εξετάσεις αίματος για τη θυρεοειδοτροπο ορμόνη TSH , την FT4 τα και αντιθυρεοειδικά αντισώματα.
Άλλες καταστάσεις που μπορούν να παράγουν παρόμοια συμπτώματα περιλαμβάνουν τη νόσο του Graves και τη μη τοξική οζώδη βρογχοκήλη.
Η θυρεοειδίτιδα του Hashimoto προσβάλλει περίπου το 3-5% του πληθυσμού, συνήθως εμφανίζεται μεταξύ των ηλικιών 30 και 50 και είναι πολύ πιο συχνή στις γυναίκες από τους άνδρες. Τα ποσοστά εμφάνισης της νόσου φαίνεται να αυξάνονται.
Η νόσος περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Ιάπωνα γιατρό Χακάρου Hashimoto το 1912 ενώ το 1957 αναγνωρίστηκε ως μια αυτοάνοση διαταραχή.
Η συμπτωματική ή συνοδευόμενη από βρογχοκήλη θυρεοειδίτιδα Hashimoto μπορεί να αντιμετωπιστεί με λεβοθυροξίνη. Εκείνοι που πλήττονται από τη νόσο θα πρέπει να αποφεύγουν την κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ιωδίου. Ωστόσο, επαρκής λήψη ιωδίου απαιτείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Σημεία και συμπτώματα της θυρεοειδίτιδας Χασιμότο
Υπάρχουν πολλά συμπτώματα που αποδίδονται στη θυρεοειδίτιδα του Hashimoto ή νόσο του Χασιμότο.
Τα πιο κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα: κόπωση, αύξηση βάρους, ωχρό ή πρησμένο πρόσωπο, αίσθημα κρύου, αρθριτικούς και μυϊκούς πόνος, δυσκοιλιότητα, ξηρά και αδύναμα μαλλιά, βαριά έμμηνο ρύση ή ανώμαλες περιόδους, κατάθλιψη, κυκλοθυμία, διαταραχή πανικού, αίσθημα παλμών, βραδυκαρδία ή ταχυκαρδία, δυσκολία στη σύλληψη και τη διατήρηση της εγκυμοσύνης.
Η νόσος του Hashimoto είναι περίπου επτά φορές πιο συχνή στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες. Μπορεί να εμφανιστεί σε εφήβους και νεαρές γυναίκες, αλλά πιο συχνά εμφανίζεται στη μέση ηλικία. Εκείνοι που αναπτύσσουν τη νόσο του Hashimoto συχνά έχουν συγγενείς με Χασιμότο ή άλλες νόσους του θυρεοειδούς αδένα ή άλλες αυτοάνοσες ασθένειες, και μερικές φορές έχουν ήδη και άλλες αυτοάνοσες ασθένειες οι ίδιοι.
Ο θυρεοειδής αδένας μπορεί στην αρχή να διευρυνθεί σε περίπτωση θυρεοειδίτιδας Hashimoto αλλά οι αλλαγές στο θυρεοειδή μπορεί επίσης να είναι μη ψηλαφητές. Η διεύρυνση του θυρεοειδούς οφείλεται στη λεμφοκυτταρική διήθηση και την ίνωση παρά μια υπερτροφία του ιστού . Φυσιολογικά, τα αντισώματα έναντι της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (ΤΡΟ) (TPOAb) και / ή της θυρεοσφαιρίνης προκαλούν σταδιακή καταστροφή των θυλακίων στο θυρεοειδή αδένα.
Κατά συνέπεια, η νόσος μπορεί να ανιχνευθεί με την εξέταση για αυτά τα αντισώματα στο αίμα.
Επίσης, χαρακτηρίζεται από τη διήθηση του θυρεοειδούς ιστού από λευκοκύτταρα , κυρίως Τ-λεμφοκύτταρα.
Μια σπάνια αλλά σοβαρή επιπλοκή είναι το λέμφωμα του θυρεοειδούς.
Οι παράγοντες κινδύνου για τη θυρεοειδίτιδα Χασιμότο
Ένα οικογενειακό ιστορικό διαταραχών του θυρεοειδούς είναι συχνό, με το γονίδιο HLA-DR5 να εμπλέκεται ισχυρότερα. Επιπλέον, η θυρεοειδίτιδα του Hashimoto μπορεί να συνδέεται με πολυμορφισμούς του γονιδίου CTLA-4 (κυτταροτοξικά Τ-λεμφοκυττάρων αντιγόνο-4) που οδηγούν σε μειωμένη λειτουργία των προϊόντων του γονιδίου που με τη σειρά τους σχετίζονται με αρνητική ρύθμιση της δραστικότητας Τ-λεμφοκυττάρων.
Η ισχυρή γενετική συνιστώσα επιβεβαιώνεται σε μελέτες μονοζυγωτικών διδύμων.
Η ύπαρξη αυτοάνοσων ασθενειών αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη θυρεοειδίτιδας Hashimoto και το αντίθετο είναι επίσης αληθές. Οι αυτοάνοσες νόσοι που συνδέονται συνηθέστερα με τη θυρεοειδίτιδα του Hashimoto περιλαμβάνουν την κοιλιοκάκη, το διαβήτη τύπου 1, τη λεύκη, την αυτοάνοση ανεπάρκεια των επινεφριδίων (νόσος του Addison), την κακοήθη αναιμία (αυτοάνοση γαστρίτιδα) και τη γυροειδή αλωπεκία.
Περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η υψηλή πρόσληψη ιωδίου, η έλλειψη σεληνίου καθώς και διάφορες λοιμώξεις και ορισμένα φάρμακα, έχουν ενοχοποιηθεί για την ανάπτυξη της αυτοάνοσης νόσου του θυρεοειδούς σε γενετικά προδιατεθειμένα άτομα.
Τα γονίδια που εμπλέκονται ποικίλλουν στις διαφορετικές εθνότητες και η συχνότητα είναι αυξημένη σε άτομα με χρωμοσωμικές διαταραχές, συμπεριλαμβανομένων ττων συνδρόμων Turner , Down και Klinefelter, σύνδρομα που συνήθως συνδέονται με τα αυτοαντισώματα έναντι της θυρεοσφαιρίνης και της περοξειδάσης.
Παθοφυσιολογία της θυρεοειδίτιδας Χασιμότο
Υπάρχουν πολλοί προτεινόμενοι μηχανισμοί με τους οποίους αναπτύσσεται η παθολογία της θυρεοειδίτιδας του Hashimoto:
Διάφορα αυτοαντισώματα μπορεί να είναι παρόντα όπως αυτά κατά υπεροξειδάσης του θυρεοειδούς, της θυρεοσφαιρίνης και του υποδοχέα TSH, αν και ένα μικρό ποσοστό των ασθενών μπορεί να μην έχει κανένα από αυτά τα αντισώματα. Όπως αναφέρεται σε διάφορες μελέτες, ένα ποσοστό του πληθυσμού μπορεί επίσης να έχει αυτά τα αντισώματα χωρίς την ανάπτυξη θυρεοειδίτιδας του Hashimoto.
Η ενεργοποίηση των κυτταροτοξικών Τ-λεμφοκυττάρων ( CD8 + Τ-κύτταρα) θεωρείται ακόμη κεντρικής σημασίας για την καταστροφή των θυρεοκυττάρων.
Διάγνωση της θυρεοειδίτιδας του Χασιμότο
Η διάγνωση γίνεται συνήθως με την ανίχνευση αυξημένων επιπέδων αντισωμάτων κατά της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (TPOAb) καθώς και των αντισωμάτων κατά της θυρεοσφαιρίνης (αντιTgAb) στο αίμαι, αλλά μια οροαρνητική (χωρίς κυκλοφορούντων αυτοαντισώματα) θυρεοειδίτιδα είναι επίσης δυνατή.
Σημαντικό ρόλο στη διάγνωση παίζει και η υπερηχογραφική απεικόνιση του θυρεοειδούς.
Λόγω των σχετικά μη ειδικών συμπτωμάτων του αρχικού υποθυρεοειδισμού, η θυρεοειδίτιδα του Hashimoto συχνά υποδιαγιγνώσκεται και οι ασθενείς λαμβάνουν άλλες διαγνώσεις όπως κατάθλιψη, προεμμηνορρυσικό σύνδρομο, σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, ινομυαλγία. Στην κλινική εξέταση, υπάρχει συχνά ανώδυνη βρογχοκήλη και άλλα συμπτώματα που εμφανίζονται με υτον ποθυρεοειδισμό, όπως το περικογχικό μυξοίδημα.
Εξετάσεις για τη θυρεοειδοτρόπο ορμόνη διέγερσης (TSH), την ελεύθερη Τ3, την ελεύθερη Τ4 και τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα μπορεί να βοηθήσουν στη διάγνωση.
Η ανάστροφη T3 μπορεί επίσης να υπολογιστεί σαν δείκτης μίας εξωθυρεοειδικής νόσου.
Οι ακόλουθες εξετάσεις δεν είναι απαραίτητες για τη διάγνωση του πρωτοπαθούς υποθυρεοειδισμού αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση των επιπλοκών του υποθυρεοειδισμού σε ορισμένους ασθενείς:
– Γενική αίματος: Αναιμία παρατηρείται στο 30-40% των ασθενών με υποθυρεοειδισμό
– Συνολική και κλασματοποιημένο προφίλ λιπιδίων (LDL, HDL): Ενδεχόμενη αύξηση της ολική χοληστερόλης, της LDL και των επιπέδων των τριγλυκεριδίων σε υποθυρεοειδισμό
– Εξέταση των ηλεκτρολυτών και της νεφρικής λειτουργίας: Μειωμένος ρυθμός της σπειραματικής διήθησης, της νεφρικής ροής πλάσματος μπορεί να οδηγήσει σε υπονατριαιμία
– Προλακτίνη: Μπορεί να είναι αυξημένη σε πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό
Όταν η Hashimoto εμφανίζεται με μανία, αναφέρεται και ως σύνδρομο Prasad από τον ψυχίατρο Ashok Prasad, που την περιέγραψε πρώτος.
Θεραπεία της θυρεοειδίτιδας Χασιμότο
Διαχείριση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών
Ο υποθυρεοειδισμός που προκαλείται από τη θυρεοειδίτιδα του Hashimoto αντιμετωπίζεται κατά βάση με υποκατάσταση των θυρεοειδικών ορμονών με συνθετικές ορμόνες όπως η λεβοθυροξίνη Τ4 και η τριιωδοθυρονίνη Τ3 ή, σπανιότερα, με αποξηραμένο εκχύλισμα θυρεοειδούς.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η θεραπεία πρέπει να ληφθεί για το υπόλοιπο της ζωής του ασθενούς.
Χασιμότο θυρεοειδίτιδα και διατροφή
Όταν ληφθεί η διάγνωση της Hashimoto, οι διατροφικοί στόχοι είναι η διακοπή της φλεγμονής, η εξισορρόπηση των ορμονών, η διατροφή που θα βοηθήσει το θυρεοειδή να “χτίσει” ορμόνες και το σώμα να τις μετατρέψει σωστά. Οι διατροφικές συστάσεις μπορούν να υποστηρίξουν αλλά όχι να υποκαταστήσουν την ιατρική θεραπεία.
Η υιοθέτηση μιας διατροφής πλούσιας σε υψηλής ποιότητας πρωτεΐνες και λίπη, με φρέσκα, βιολογικά λαχανικά και άλλα θρεπτικά συστατικά-τρόφιμα είναι το κλειδί. Θα πρέπει σίγουρα να αποφεύγονται τα ραφιναρισμένα και επεξεργασμένα τρόφιμα αλλά και η ζάχαρη, που έχουν σε πολλές έρευνες συνδεθεί με την ανάπτυξη αυτοάνοσων νοσημάτων.
Η έμφαση στην αυξημένη ποσότητα πρωτεΐνης, συνιστάται ιδιαίτερα, καθώς η μειωμένη λειτουργία του θυρεοειδούς μειώνει επίσης την ικανότητα του σώματος να χρησιμοποιήσει τις πρωτεΐνες που καταναλώνονται.
Σημαντικό είναι επίσης να εξασφαλίζεται η επάρκεια βιταμινών και ιχνοστοιχείων, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση αυτοάνοσου νοσήματος αλλά και η καλή λειτουργία του εντέρου, το οποίο παίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο για τη σωστή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, σύμφωνα με έρευνες των τελευταίων ετών.
Συζητήστε με τον ενδοκρινολόγο σας σχετικά με τον έλεγχο των παραπάνω και την προσαρμογή του διαιτολογίου σε περίπτωση θυρεοειδίτιδας Χασιμότο.
Πρόγνωση της θυρεοειδίτιδας Χασιμότο
Η συμπτωματική δυσλειτουργία του θυρεοειδούς είναι η πιο συχνή επιπλοκή, με περίπου 5% των περιπτώσεων με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό και χρόνια αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα να μεταπίπτει σε κλινικό υποθυρεοειδισμό κάθε χρόνο. Η παροδική θυρεοτοξίκωση (υπερβολική δραστηριότητα του θυρεοειδούς) παρατηρείται επίσης κάποιες φορές, και σπάνια η ασθένεια μπορεί να εξελιχθεί σε ενεργό υπερθυρεοειδισμό με ενεργή οφθαλμοπάθεια (διόγκωση, φλεγμονή στα μάτια).
Σπάνιες περιπτώσεις ινώδους αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδα παρόν με σοβαρή δύσπνοια (δυσκολία στην αναπνοή) και δυσφαγία (δυσκολία στην κατάποση) βελτιώνονται με χειρουργική επέμβαση ή θεραπεία με στεροειδή.
Εγκυμοσύνη και θυρεοειδίτιδα Χασιμότο
Η εγκυμοσύνη “δοκιμάζει” τη λειτουργία του θυρεοειδούς, βάζοντας επιπλέον πίεση στο όργανο για να λειτουργήσει σωστά.
Στις έγκυες γυναίκες που έχουν ήδη θετικά αυτοαντισώματα για τη θυρεοειδίτιδα Hashimoto, η πρόκληση αυτή μπορεί να οδηγήσει στη μειωμένη λειτουργικότητα του θυρεοειδούς.
Οι έγκυες μητέρες που βρίσκονται σε κίνδυνο για θυρεοειδίτιδα του Hashimoto ή που έχουν διαγνωστεί με θετικά TPOAb πρέπει να γνωρίζουν τους κινδύνους για τις ίδιες και τα έμβρυα τους, εάν η ασθένεια παραμείνει χωρίς θεραπεία, μεταξύ των οποίων είναι το χαμηλό βάρος γέννησης, η αναπνευστική δυσχέρεια των νεογνών και του εμβρύου ανωμαλίες, η πρώιμη αποβολή και ο πρόωρος τοκετός.
Η μελέτη του 2012 των Lepoutre et al. υποστηρίζει όχι μόνο τη θεραπεία των εγκύων γυναικών με θετικά TPOAb σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά συνιστά έλεγχο του θυρεοειδούς για όλες τις έγκυες γυναίκες.
Το συμπέρασμα αυτό υποστηρίζεται επίσης από την έρευνα που διεξήχθη το 2013 από τους Budenhofer et al. καθώς και το 2013 από τη μελέτη των Balucan et al..
Το Μάρτιο του 2015 και η Endocrine Society δήλωσε σαφώς ότι συνιστά τον έλεγχο για αυτοάνοση ασθένεια του θυρεοειδούς σε όλες τις έγκυες γυναίκες που θεωρούνται υψηλού κινδύνου.
Συστήνεται επίσης οι αδιάγνωστες γυναίκες να ελέγχονται για αντιθυρεοειδικά αντισώματα, αν έχουν συλλάβει έστω και μία φορά στη ζωή τους, ανεξάρτητα από την έκβαση της κύησης.
Το 2014 η μελέτη των Carle et al. κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια προηγούμενη εγκυμοσύνη παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη αυτοάνοσου υποθυρεοειδισμού σε προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.