fbpx

Συνδέεται η παιδική παχυσαρκία με το διαβήτη στην εγκυμοσύνη;

1-1.jpg

Νέα έρευνα που δημοσιεύεται στο περιοδικό Diabetologia (το περιοδικό της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη [EASD]) δείχνει αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης παιδικής παχυσαρκίας στην ηλικία των 9-11 ετών, σε περίπτωση που η μητέρα είχε διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Η νέα μελέτη έρχεται από τον Δρ. Γκανγκ Χου του Pennington Biomedical Research Center στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τους συνεργάτες του.

Είναι γεγονός ότι τα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας έχουν αυξηθεί δραματικά τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Έχει μάλιστα ήδη προταθεί ότι προγεννητικοί, περιγεννητικοί και μεταγεννητικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση της παιδικής παχυσαρκίας.
Μερικές μελέτες έχουν ήδη δείξει ότι η ενδομήτρια έκθεση στο μητρικό σακχαρώδη διαβήτη κύησης (ΣΔΚ) τοποθετεί τους απογόνους σε δυσμενή θέση σχετικά με την ανάπτυξη διάφορων διαταραχών και παθολογικών καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής παχυσαρκίας.

Αυτή η νέα ανάλυση που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, βασίστηκε στη Διεθνή Μελέτη Παιδικής Παχυσαρκίας, Lifestyle και Περιβάλλοντος (ISCOLE). Πρόκειται για μια πολυεθνική μελέτη που διεξήχθη σε αστικές και περιαστικές περιοχές σε 12 χώρες.

Η διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτης κύησης στις μητέρες που έλαβαν μέρος στη μελέτη έγινε σύμφωνα με τα κριτήρια της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας (ADA) ή τα κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Ακόμη, μετρήθηκαν το ύψος και η περίμετρος της μέσης με τη χρήση τυποποιημένων μεθόδων ενώ το βάρος και το λίπος του σώματος μετρήθηκαν χρησιμοποιώντας ένα φορητό αναλυτή σύστασης του σώματος.
Σακχαρώδης διαβήτης κύησης διαγνώστηκε στο 4,3% των εγκύων.

Ο συνολικός επιπολασμός της παιδικής παχυσαρκίας, της κεντρικής παχυσαρκίας (συγκέντρωση του λίπους γύρω από την κοιλιά) και του συνολικού υψηλού ποσοστού σωματικού λίπους στα παιδιά 9 -11 ετών ήταν αντίστοιχα 12, 3%, 9, 9% και 8, 1% ενώ σε σύγκριση με τα παιδιά μητέρων χωρίς διαβήτη κύησης, στα παιδιά μητέρων με διαβήτη κύησης εντοπίστηκε αυξημένος κίνδυνος κατά 53% για την εμφάνιση παχυσαρκίας, 73% για την εμφάνιση κεντρικής παχυσαρκίας και 42% για την εμφάνιση υψηλού ποσοστού σωματικού λίπους.

Για τα αποτελέσματα οι ερευνητές σχολίασαν:
«Οι μηχανισμοί με τους οποίους η έκθεση στο διαβήτη και σε αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο μητρικό περιβάλλον αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης παιδικής παχυσαρκίας δεν είναι πλήρως κατανοητοί.
Είναι γνωστό ότι η έκθεση στο μητρικό διαβήτη σχετίζεται με υπερβολική ανάπτυξη του εμβρύου στη μήτρα, που πιθανώς οφείλεται κυρίως στην αύξηση του ποσοστού σωματικού λίπους στο έμβρυο και τις μεταβολές στα επίπεδα των εμβρυϊκών ορμονών.
Επιπλέον, η έκθεση στο μητρικό διαβήτη οδηγεί σε υψηλότερα επίπεδα σακχάρου, ινσουλίνης και λεπτίνης στο αίμα στους απογόνους. Ο μητρικός προγεννητικός σακχαρώδης διαβήτης κύησης μπορεί επίσης να επιδράσουν γενετικά στο έμβρυο, επηρεάζοντας την έκφραση των γονιδίων που κατευθύνουν την συσσώρευση λίπους στο σώμα ή που σχετίζονται με το μεταβολισμό».

Οι ερευνητές κατέληξαν τέλος στο συμπέρασμα:
«Η μελέτη μας είναι η πρώτη που αξιολογεί τη σχέση μεταξύ του σακχαρώδη διαβήτη κύησης στη μητέρα και της παιδικής παχυσαρκίας, χρησιμοποιώντας δεδομένα από διαφορετικές χώρες.
Βρήκαμε ότι ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο παιδικής παχυσαρκίας μεταξύ των παιδιών ηλικίας 9-11 ετών από 12 χώρες, αλλά η συσχέτιση αυτή δεν ήταν πλήρως ανεξάρτητη από το μητρικό δείκτη μάζα σώματος (ΒΜΙ).